Saturday, December 26, 2009

Το μετάλλιο

Είναι μερικές στιγμές που αποτελούν τα σημεία καμπής της ζωής μας. Όταν ξέρεις ότι, ανάλογα με το τι θα συμβεί, όλα θα πάνε καλύτερα ή όλα θα χειροτερέψουν. Μια τέτοια στιγμή ήρθε και για τον ήρωα της σημερινής ιστορίας. Μόνο που έφτασε με μια μικρή καθυστέρηση, μαζί με……


Το μετάλλιο


Ο Νεκτάριος Κλείτσας έκλεινε τα ογδονταέξι, όταν κέρδισε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στα εκατό μέτρα. Εκείνη τη στιγμή βρισκόταν στο γραφείο του και μόλις είχε τελειώσει το πότισμα της Ελενίτσας, όπως αποκαλούσε τη γαρδένια του. Ετοιμαζόταν να πάρει το χάπι για την άνοια, για να μην ξεχνάς μπαρμπα-νεκτάριε, όπως του είχε πει ο παθολόγος του, αν και ο ίδιος θεωρούσε ότι μερικά πράγματα καλύτερα να μη τα θυμάσαι όταν γεράσεις. Πολλές φορές είχε σταθεί να κοιτάζει το χάπι ανάμεσα στα δάχτυλά του, προσπαθώντας να αποφασίσει αν θα το καταπιεί ή θα το ρίξει στο καλάθι των αχρήστων, αλλά πάντα στο τέλος νικούσε ο φόβος της αμνησίας.
Όταν χτύπησε, λοιπόν, το κουδούνι της πόρτας, ο Νεκτάριος προχώρησε με αργά βήματα προς την είσοδο, ελπίζοντας ενδόμυχα ότι κάποιο από τα παιδιά του αποφάσισε να το κάνει μια επίσκεψη εκτός προγράμματος. Δεν θα τον πείραζε να παίξει λίγη ώρα με τα εγγόνια του, λίγο πριν τον μεσημεριανό ύπνο. Έτσι, όταν άνοιξε, το τελευταίο πράγμα που περίμενε να δει ήταν μερικές δεκάδες τηλεοπτικά συνεργεία, την ολυμπιακή επιτροπή της χώρας και ένα βάθρο με μία και μόνο θέση που είχαν τοποθετήσει ακριβώς στο σημείο που σκόπευε να μεταφυτέψει την Ελενίτσα του. Η αλήθεια ήταν ότι εκνευρίστηκε βλέποντας την αναστάτωση που είχαν προκαλέσει όλοι αυτοί που είχαν συγκεντρωθεί στη μικρή αυλή του σπιτιού του, και έτσι έχασε τις πρώτες φράσεις από τα λόγια του προέδρου της ολυμπιακής επιτροπής. Το μόνο που συγκράτησε ήταν μια πρόταση για τα ιδεώδη του αθλητισμού και την ευγενή άμιλλα, που του θύμισε αμυδρά κάποιες εκθέσεις που έγραφε όταν πήγαινε σχολείο.
Την στιγμή που ήταν έτοιμος να διαμαρτυρηθεί για όλή αυτή την φασαρία, μερικά δυνατά χέρια τον έπιασαν, του φόρεσαν μια γαλανόλευκη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος και τον μετέφεραν πάνω στο βάθρο που είχε στηθεί έξω από το σπίτι του. Δεκάδες φλας τον τύφλωσαν, καθώς σχολιαστές από όλες τις χώρες του κόσμου περιέγραφαν τη σκηνή στα μικρόφωνά τους. Ο Νεκτάριος συναισθάνθηκε το κρίσιμο της περίστασης και έτσι αποφάσισε να καταπιεί την αγανάκτησή του για το γεγονός, ότι η μελλοντική θέση της Ελενίτσας είχε μαγαριστεί με τόσο βέβηλο τρόπο, και να προσπαθήσει να συμμετάσχει στην ευφορία που ξεχείλιζε από κάθε πρόσωπο που έβλεπε.
Τα επόμενα λεπτά ήταν ένας καταιγισμός πληροφοριών, οπτικών και ακουστικών, που τον έφεραν στα όρια της αντοχής του. Ο πρόεδρος της επιτροπής είχε σταθεί μπροστά του εκφωνώντας έναν υπερβολικά επίσημο λόγο, που μάλλον απευθυνόταν στο έθνος, ενώ οι δημοσιογράφοι έδιναν ενθουσιώδεις ανταποκρίσεις και το πλήθος ζητωκραύγαζε. Ο Νεκτάριος προσπάθησε να βγάλει ένα νόημα από αυτά που άκουγε, κυρίως επειδή επιθυμούσε να μάθει πότε θα τελειώσει το μαρτύριό του, ώστε να μπορέσει να ασχοληθεί με την ησυχία του με τον κήπο του. Δυστυχώς δεν μπόρεσε να μάθει ποτέ ποια ήταν η αιτία για αυτήν τη βίαιη εισβολή στην προσωπική του ζωή. Ο λόγος του προέδρου, οι μεταδόσεις των δημοσιογράφων και τα σχόλια των θεατών σχημάτιζαν ένα ηχητικό κολάζ από το οποίο δεν καταλάβαινε τίποτε.

Το ολυμπιακό κίνημα είναι πια καθαρό και άμεμπτο. Οι νέες γενετικές τεχνικές, ανιχνεύουν το ντοπάρισμα ακόμα και αν κάποιος είχε πεθάνει πριν εκατό χρόνια. Ναι καλά, κάποιος χάκεψε τα αντι-ντόπινγκ αρχεία και τα έβγαλε όλα στη φόρα. Τα μετάλλια απονέμονται ξανά. Η επανεξέταση των αθλητών ξεκίνησε συμβολικά από την εκατοστή επέτειο των αγώνων. Μιλάμε, τους βρήκαν όλους ντοπαρισμένους, από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο, το απόλυτο φιάσκο. Η Ολυμπιακή ιδέα ξαναζεί. Αναγκάστηκαν να πάνε στα τοπικά πρωταθλήματα, αλλά και εκεί όλοι χαπακώνονταν. Αυτός ο γεράκος είχε τον καλύτερο χρόνο από όσους βρέθηκαν καθαροί, όχι ότι ήταν και πολλοί. Τρίχες, τον διάλεξαν στην τύχη για να μας πουλήσουν τους νέους πρωταθλητές. Στο πρόσωπο του Νεκτάριου Κλείτσα βρίσκουμε μια νέα αρχή για τα ολυμπιακά ιδανικά. Υπήρχαν και καλύτεροι, αλλά έχουν πια πεθάνει. Σκέψου να έστηναν την τελετή πάνω από κανέναν τάφο. Σε ανακηρύσσω χρυσό Ολυμπιονίκη.

Ο Νεκτάριος ένοιωσε το δάφνινο στεφάνι να ακουμπά στο κεφάλι του και το χρυσό μετάλλιο να βαραίνει στο λαιμό του. Ο πρόεδρος τον χτύπησε στην πλάτη και του είπε: «Αυτό το μετάλλιο θα άλλαζε για πάντα τη ζωή σου. Λυπάμαι που το πήρες τόσο καθυστερημένα». Αν και ο Νεκτάριος είχε πάρει το χάπι του, δεν μπορούσε με τίποτε να θυμηθεί για ποιους αγώνες μιλούσαν όλοι γύρω του. Έκανε μια γενναία προσπάθεια να φέρει στο μυαλό του τον παλιό εαυτό του, αλλά εκείνος ο εικοσάχρονος νέος, που νόμιζε ότι θα ζήσει για πάντα, τού φαινόταν πια τόσο ξένος. Χαμογέλασε όταν θυμήθηκε ότι τότε είχε γνωρίσει στο Πανεπιστήμιο την Ελενίτσα του, αν και πέρασε πολύ καιρός μέχρι να της εξομολογηθεί τον έρωτά του, αλλά καμία άλλη πληροφορία δεν αναδύθηκε από το ήδη ταλαιπωρημένο μνημονικό του. Έδωσε μερικές απαντήσεις σε έναν καταιγισμό ερωτήσεων, κυρίως για την ηλικία του και την αθλητική του σταδιοδρομία. Αναγκάστηκε να επινοήσει ένα σωρό ψέματα, αφού κανένας από τους δημοσιογράφους δεν δεχόταν σαν απάντηση τη φράση «δεν θυμάμαι», αν και ο Νεκτάριος ανέφερε τουλάχιστον δέκα φορές τα προβλήματα μνήμης που αντιμετώπιζε. Έβγαλε και αρκετές φωτογραφίες δίπλα σε επίσημους, που τον αγκάλιαζαν σαν να τον ήξεραν από χρόνια, και τελικά αναγκάστηκε να προφασιστεί ένα λιποθυμικό επεισόδιο, ώστε να μπορέσει να διώξει όλον αυτόν τον συρφετό από τον αγαπημένο του κηπάκο.
Μόλις μπόρεσε να ανακτήσει τις δυνάμεις του, προχώρησε με τον αργό ρυθμό που του επέβαλαν τα ρευματικά του προς το μικρό δωμάτιο που περνούσε τις ώρες του διαβάζοντας, από τότε που έφυγε η Ελενίτσα. Άνοιξε το συρτάρι του μικρού κομοδίνου και έβαλε μέσα το χρυσό μετάλλιο, ανάμεσα στο κουτί με τις κορτιζόνες και το μικρό, ηλεκτρονικό πιεσόμετρο. Κάθισε στο γραφείο και κοίταξε τις φωτογραφίες στον τοίχο απέναντί του. Η Ελενίτσα του, ο Λάμπρος του, η Γεωργία του και τα εγγόνια του. Θυμήθηκε τα λόγια του προέδρου της επιτροπής την ώρα που αποχωρούσε. «Αυτό το μετάλλιο θα άλλαζε για πάντα τη ζωή σου». Ο Νεκτάριος, που ένοιωθε πια εξουθενωμένος, έσκυψε πάνω από τη γλάστρα και πλησίασε το πρόσωπό του στο λευκό άνθος. «Παρά τρίχα την γλιτώσαμε, Ελενίτσα μου», είπε και το μεθυστικό άρωμα της γαρδένιας τού έφερε στο νου πολύ περισσότερα πράγματα από όσα τα χάπια, που έπαιρνε τόσο τακτικά.

ΤΕΛΟΣ


Την επόμενη εβδομάδα θα δούμε τις άκαρπες προσπάθειες δύο τεχνιτών να προσαρμοστούν σε έναν κόσμο που χρειάζεται «αλλαγή άκρου».

Saturday, December 19, 2009

Το δηλητήριο


Το σημερινό διήγημα έχει μια ενδιαφέρουσα πορεία. Γράφτηκε μέσα σε μία ώρα για ένα διαγωνισμό flash-fiction του sff.gr, και στη συνέχεια δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «9» που υπάρχει σαν ένθετο στη σαββατιάτικη «Ελευθεροτυπία». Πρόκειται για μια κλασσική δυστοπία της ΕΦ. Αν η τεχνολογία ξεφύγει από τα χέρια μας, μπορεί να βρεθούμε προ εκπλήξεων, όπως ο ήρωας αυτής της ιστορίας που αναζητεί τη σωτηρία του. Αλλά τι είδους σωτηρία μπορεί να σου προσφέρει……

Το Δηλητήριο


Ο Γκεόργκι άνοιξε τα μάτια του, κοίταξε τη σκουριασμένη σκεπή και έβγαλε μια κραυγή απόγνωσης. Για πρώτη φορά, μετά από πολύ καιρό, είχε κοιμηθεί τόσο ήσυχος. Ούτε πόνοι στο στομάχι, ούτε εμετοί, ούτε κράμπες. Και αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Το επώδυνο βουητό στα αυτιά του είχε εξαφανιστεί, η όρασή του δεν ήταν πια θολή και η δροσιά του πρωινού μούσκευε το δέρμα του χωρίς το γνώριμο τσούξιμο. Το σώμα του ξυπνούσε, μετά από μια μακρά περίοδο ταλαιπωρίας, και ρουφούσε οτιδήποτε μπορούσε να του προσφέρει ικανοποίηση. Κάτι είχε πάει πολύ στραβά. Δεν ήξερε πόσος χρόνος του έμενε, αλλά κρίνοντας από το ημίφως της χαραυγής μάλλον δεν είχε πάνω από μια ώρα. Πώς την έπαθε έτσι, σαν αρχάριος; Ήταν σίγουρος ότι είχε πάρει το δηλητήριό του το προηγούμενο βράδυ αλλά τώρα είχε αρχίσει να πιστεύει ότι τον πήρε ο ύπνος και απλώς το ονειρεύτηκε.
Πετάχτηκε από το κρεβάτι με μια ασυνήθιστη σβελτάδα και ένοιωσε τους, μουδιασμένους για χρόνια μυς του, να ενεργοποιούνται με πρωτοφανή ταχύτητα. Ολόκληρος ο κόσμος είχε αλλάξει όψη, λες και κάποιος αφαίρεσε ένα παραμορφωτικό φίλτρο αποκαλύπτοντας πτυχές του, που ήταν εντελώς διαστρεβλωμένες. Προχώρησε ανάμεσα στα μουχλιασμένα, ξύλινα έπιπλα και έφτασε στο μισοσαπισμένο ράφι, που είχε ακουμπήσει το σακίδιό του. Άρπαξε τον ξεφτισμένο, πλαστικό σάκο και τον άδειασε γρήγορα πάνω στο πάτωμα. Η αλουμινιένια κασετίνα με τα φιαλίδια γυάλιζε επιδεικτικά, λες και τον κορόιδευε για την αμέλειά του. Την έπιασε και την άνοιξε. Ήταν άδεια. Την κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα, χωρίς να κάνει τίποτα, ελπίζοντας πως θα ξυπνήσει από τον εφιάλτη του. Καθώς ο άνεμος δυνάμωνε μαζί με το τρίξιμο της ξεχαρβαλωμένης πόρτας του κοντέινερ, ο Γκεόργκι καταράστηκε με όσους τρόπους μπορούσε τον Χέρμαν. Ο πιστός του σύντροφος τον είχε εγκαταλείψει, μαζί με το πολύτιμο δηλητήριο. Τον είχε παρατήσει στη μέση του πουθενά, να περιμένει το φριχτό του τέλος. Ο Γκεόργκι ήξερε ότι στους πολέμους δεν υπήρχαν φίλοι και εχθροί. Είχε πιστέψει όμως ότι μπορούσε να βασιστεί στον Χέρμαν. Από τότε που είχαν μπει στο παιχνίδι τα πολεμικά αυτόματα, αν δεν είχες κάποιον να προχωρήσεις μαζί του, ήσουν από χέρι χαμένος. Να, όμως, που δεν τον είχε προδώσει ένα αυτόματο αλλά ο άνθρωπος με τον οποίο είχαν περάσει μαζί τρία χρόνια στο μέτωπο.
Κοίταξε τα αντικείμενα που είχαν πέσει από το σακίδιο. Λίγη στερεά τροφή, ένα μπουκαλάκι νερό, το ιατρικό κίτ, ένα μαχαίρι εκστρατείας και το λέιζερ ρουβιδίου. Το μοναδικό όπλο που έλειωνε τόσο ανθρώπινους ιστούς όσο και μεταλλικά αυτόματα. Στην εκπαίδευση ο Γκεόργκι είχε παρακολουθήσει αξιωματικούς να το χρησιμοποιούν ακόμα και για να κάνουν εγχειρίσεις, επειδή, καθώς έκοβε, αποστείρωνε τις πληγές. Δεν είχε και πολλές επιλογές. Υπήρχαν διάφορες φήμες για τις ρυθμίσεις των αυτομάτων που είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο αλλά καμία δεν ήταν από αξιόπιστη πηγή. Ένας θόρυβος από κλαδιά που σπάνε τον έκανε να τιναχτεί απότομα. Ξανακοίταξε το λέιζερ με απόγνωση. Το έπιασε στo δεξί του χέρι, ρύθμισε την ένταση, σημάδεψε το αριστερό του πόδι και πίεσε τη σκανδάλη. ‘Ένας οξύς πόνος τον διαπέρασε και μόνο χάρη στην πολύχρονη εκπαίδευση του κατάφερε να κρατήσει το χέρι του σταθερό, μέχρι η πληγή να γίνει ικανοποιητικά μεγάλη. Άκουσε τον αέρα έξω από το κοντέινερ να κόβεται από τις προπέλες ενός έλικα και βιαστικά σημάδεψε το αριστερό του χέρι. Αυτή τη φορά ήταν προετοιμασμένος αλλά ο πόνος δεν ήταν λιγότερος. Μόλις τελείωσε, πέταξε το λέιζερ όσο πιο μακριά γινόταν. Ο θόρυβος του έλικα γινόταν όλο και πιο δυνατός και ξαφνικά η πόρτα διαλύθηκε λες και κάποιος γίγαντας την ξεκόλλησε σαν παιχνιδάκι.
Στην είσοδο εμφανίστηκε ένα ιπτάμενο αυτόματο. Ο Γκεόργκι ένοιωθε τις φρέσκες πληγές του να τον καίνε σαν πυρωμένα σίδερα. Κοίταζε το αυτόματο, ελπίζοντας ότι δεν θα ασχοληθεί με έναν βαριά τραυματισμένο στρατιώτη. Όλοι ήξεραν ότι δεν αναγνώριζαν τους δηλητηριασμένους σαν απειλή. Ο ίδιος ο Γκεόργκι το είχε διαπιστώσει δεκάδες φορές, αλλά για τους τραυματισμένους, υπήρχαν μόνο θρύλοι. Το αυτόματο τον πλησίασε και έστρεψε έναν από τους πολυαισθητήρες προς το μέρος του. Μια μικρή προεξοχή μεγάλωσε και πλησίασε στα μάτια του. Ο Γκεόργκι προσευχήθηκε να ήταν σύντομο. Ο πόνος από τα τραύματά του συνέχιζε να τρυπάει το μυαλό του. Ένοιωσε την προεξοχή στο πρόσωπο του και λιποθύμησε.

Όταν συνήλθε είδε τον Χέρμαν να στέκεται από πάνω του, κρατώντας δυο επιδέσμους ανάπλασης. Έδεσε τα τραύματα του Γκεόργκι και ύστερα έβγαλε από την τσέπη του ένα φιαλίδιο με δηλητήριο. Το άνοιξε προσεκτικά, έγειρε το στόμιο πάνω από τα χείλη του Γκεόργκι και του έδωσε να πιει.
«Έλα, ηρέμησε», του είπε κρατώντας του το κεφάλι.
Ο Γκεόργκι δε μίλησε. Περίμενε υπομονετικά να δράσει το δηλητήριο. Για μια στιγμή αναπόλησε τον ήρεμο ύπνο, τις δροσοσταλίδες στο δέρμα του και το απαλό θρόισμα των φύλλων. Ύστερα, οι τοξίνες άρχισαν να τον επηρεάζουν. Ένοιωσε με ανακούφιση τα αυτιά του να βουίζουν, το στομάχι του να σφίγγεται και το δέρμα του να καίει. Μια καλύτερη μέρα ξεκινούσε.

ΤΕΛΟΣ


Την επόμενη Κυριακή θα προσγειωθούμε πάλι στην καθημερινότητα όπου ένας συνηθισμένος άνθρωπος κερδίζει αναπάντεχα ένα ολυμπιακό «μετάλιο».

Saturday, December 12, 2009

Λήμματα

Χρησιμοποιώ αρκετά συχνά το λεξικό. Πολλές φορές, εκτός από τη λέξη που ψάχνω, διαβάζω και αρκετές άλλες, που συναντώ για πρώτη φορά. Φυσικά, τα λεξικά αλλάζουν για να συμπεριλάβουν τις εξελίξεις στη γλώσσα, αλλά και στον κόσμο. Κι ένα λεξικό του μέλλοντος, δεν μπορεί παρά να περιέχει μερικά απροσδόκητα…..


Λήμματα

ΞΎΛΟ: Υλικό που χρησιμοποιήθηκε κυρίως για δομικούς και διακοσμητικούς σκοπούς μέχρι και τον εικοστό πρώτο αιώνα. Αργά αλλά σταθερά αντικαταστάθηκε από πολυμερή και συνθετικά υλικά μέχρι και τον εικοστό δεύτερο αιώνα, οπότε και εγκαταλείφθηκε πλήρως η χρήση του.

Η αλήθεια είναι ότι τρόμαξα για τα καλά όταν το είδα εκεί, ανάμεσα στο σωρό με τα πλαστικά πολύχρωμα κουτιά, σαν κειμήλιο κάποιου εξωγήινου πολιτισμού που παράπεσε στο δικό μας πλανήτη. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου κάτι τέτοιο, και το πλησίασα πολύ αργά γεμάτος φόβο και αγωνία. Εντάξει, το παραδέχομαι, δεν το άγγιξα καθόλου αλλά τόλμησα να το κοιτάξω για πέντε λεπτά πριν φωνάξω τους συναδέλφους. Είχε μια σκούρα καφετιά απόχρωση, μικρές ρωγμές και έντονη διάβρωση που δε θύμιζαν σε τίποτα τα απολύτως λεία και ομοιόμορφα χρωματισμένα κουτιά που το περιτριγύριζαν. Ανέδιδε κι αυτήν την αρχικά ενοχλητική οσμή, που αργά αλλά σταθερά άλλαζε, μέχρι που στο τέλος της ημέρας, φεύγοντας από το γραφείο πέρασα κοντά από το ράφι που το είχαμε ακουμπήσει, μόνο και μόνο για να το μυρίσω. Ευτυχώς, η Μαρία, που δουλεύει στα ταμείο, είναι φανατική με την ιστορία και μόλις το είδε φώναξε δυνατά.
«Ένα ξύλινο κουτί».
Εννοείται ότι όλοι την κοιτάξαμε με απορία.
«Ξύλινο;», είπε κάποιος.
Η Μαρία σήκωσε τα χέρια της και μας κοίταξε, σαν να ήμασταν μικρά παιδιά.
«Δέντρα», είπε, αλλά εμείς συνεχίσαμε να την κοιτάζουμε χωρίς να μιλάμε.
«Αντλίες απορρόφησης διοξειδίου», προσπάθησε ξανά η Μαρία.
Τώρα μάλιστα. Κάθε γειτονιά είχε τη δική της αντλία. Μόνο που κανείς δεν καταλάβαινε τι σχέση είχαν με το αλλόκοτο κουτί που βρήκαμε στην αποθήκη του γραφείου.
«Πριν από εκατοντάδες χρόνια, η Γη ήταν γεμάτη ξύλινα δέντρα που έκαναν ακριβώς αυτήν τη δουλειά. Ρουφούσαν διοξείδιο και έβγαζαν οξυγόνο. Μη βλέπετε τώρα που υπάρχει παντού τσιμέντο».
«Νομίζω ότι είχα δει κάποια ξύλινα αντικείμενα στο αρχαιολογικό μουσείο, αλλά δεν είμαι σίγουρος» είπε ο Νίκος που ήταν γενικώς των μουσείων.
«Παιδιά, σε λίγο θα περάσει ο προϊστάμενος», τους είπα, «θα το κρύψω σ’ εκείνο το φοριαμό, πίσω από τα PVD, και αύριο στο διάλειμμα μπορούμε να το περιεργαστούμε».
Το έπιασα, όχι χωρίς κάποιο δισταγμό, και ανατρίχιασα στην αίσθηση της τραχιάς, γεμάτη μικρές προεξοχές, επιφάνειας. Το πήγα προσεκτικά στο ράφι αλλά, καθώς το άφηνα, άκουσα έναν μικρό συριστικό θόρυβο, σαν πλαστική εφημερίδα που σκίζεται. Το κουτί δεν ήταν εντελώς άδειο. Κάτι υπήρχε μέσα του, κάτι ελαφρύ που έκανε αυτόν τον παράξενο θόρυβο όταν μετακινούταν.

ΧΑΡΤΙ: Υλικό που είχε σαν πρώτη ύλη το ξύλο και οδηγήθηκε στη αχρηστία με τη σταδιακή εξαφάνιση των δασών, καθώς και με την εμφάνιση υλικών που είχαν πολύ καλύτερες ιδιότητες. Ήταν συνήθως λευκό, εύφλεκτο, διαβρωνόταν από το νερό και τα οξέα και είχε πολύ μικρή μηχανική αντοχή. Χρησιμοποιούταν κυρίως για την αποτύπωση του γραπτού λόγου, καθώς και σε συσκευασίες διαφόρων προϊόντων.

Δεν το ήθελα και τόσο πολύ, αλλά όταν είδα ότι ο Νίκος προσπαθούσε με ύπουλο τρόπο να μου φάει τη θέση που δικαιωματικά μου άνηκε, ενοχλήθηκα και τους δήλωσα ότι αυτός που έπρεπε να το ανοίξει, ήμουν εγώ που το είχα βρει. Κανείς δε διαφώνησε, παρά τους υπαινιγμούς του Νίκου ότι εγώ δεν ήξερα καν τι ήταν το ξύλο. Ενώ αυτός κάτι θυμόταν από τα μουσεία που σύχναζε. Σιγά το επίτευγμα. Άσε που δεν είμαι σίγουρος ότι λέει την αλήθεια ή απλώς προσπαθεί να εντυπωσιάσει τους υπόλοιπους.
Τώρα όμως είμαι υποχρεωμένος να προχωρήσω. Δε νοιώθω και πολύ άνετα. Κανείς δεν έφυγε από το γραφείο για να πάει στο εστιατόριο. Έχουν σχηματίσει ένα ημικύκλιο που στο κέντρο του βρίσκομαι εγώ και το ράφι με το ξύλινο κουτί. Έχει ένα μεταλλικό, σκουριασμένο σύρτη που δείχνει έτοιμος να διαλυθεί. Πολύ θα ήθελα να έβλεπα κάποια κλειδαριά, κάτι που να με εμποδίσει να συνεχίσω, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο. Απλώνω το χέρι μου, τραβάω το σύρτη, που αντιστέκεται για λίγο και μετά ανοίγει με έναν οξύ, ενοχλητικό θόρυβο. Πιάνω το σκέπασμα και το ανασηκώνω δισταχτικά. Δεν ακούω κανέναν να αναπνέει. Μέσα στο κουτί υπάρχει ένα κιτρινισμένο ρολό, δεμένο με μια πορτοκαλί κορδέλα. Τι μπορεί να είναι αυτό το κίτρινο υλικό που δεν έχω ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου;
«Μια κόλλα χαρτί!» αναφωνεί η Μαρία και με ένα σχεδόν κωμικό τρόπο όλα τα βλέμματα στρέφονται προς το μέρος της.
«Ε, μη μου πείτε ότι ούτε για το χαρτί έχετε ακούσει;»
«Νομίζω ότι είχα δει κάτι παρόμοιο στο μουσείο υλικών», λέει ο Νίκος, και αποφασίζω να του σημειώσω δύο πόντους δυσαρέσκειας στον ηλεκτρονικό πίνακα σχέσεων προσωπικού που είναι αναρτημένος στην είσοδο.
«Το χρησιμοποιούσαν παλιά για να γράφουν», εξηγεί η Μαρία.
«Να το ξετυλίξουμε», προτείνει κάποιος αλλά ακούγεται το κουδούνι που τερματίζει το διάλειμμα και όλοι τρέχουν στα πόστα τους. Κλείνω προσεκτικά το κουτί και παίρνω τη θέση μου πίσω από το γραφείο. Αύριο, θα είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα μέρα.

ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ: Ο τερματισμός της ζωής κάποιου από τον ίδιο. Εξαλείφθηκε, μαζί με άλλες ψυχογενείς παθήσεις, μετά την ανακάλυψη των γενετικών θεραπειών, που επιδιόρθωναν τα ελαττωματικά γονίδια, σε συνδυασμό με τη χορήγηση ειδικών ορμονών στους έξη πρώτους μήνες της κύησης.

Δεν το κρύβω ότι σήμερα η παραγωγικότητά μου έπεσε κατακόρυφα. Ουσιαστικά όλη η μέρα ήταν μια ατελείωτη αναμονή της ώρας του διαλείμματος. Το χθεσινό βράδυ το πέρασα στο διαδίκτυο, ψάχνοντας λεξικά για να δω τι ήταν το ξύλο, τα δέντρα, το χαρτί και όλα αυτά τα πράγματα που κάποτε σήμαιναν κάτι για τους ανθρώπους, αλλά τώρα πια βρίσκονται στα μουσεία όπου τα θαυμάζουν τύποι σαν το Νίκο. Ομολογώ ότι συγκινήθηκα ελαφρά και αναγκάστηκα να ρυθμίσω τη δόση σεροτονίνης στο τσιπάκι των νευροδιαβιβαστών. Σκέφτηκα τους ανθρώπους που ζούσαν μέσα σε αυτό το άγριο περιβάλλον, χωρίς το ελεγχόμενο κλίμα, γεμάτο ασθένειες και ιούς, που έγραφαν πάνω σε κόλλες χαρτί και έκαιγαν ξύλα για να ζεσταθούν και εκτίμησα ακόμα περισσότερο τον κόσμο που ζούμε.
Επιτέλους το κουδούνι του διαλείμματος. Σηκωνόμαστε όλοι μαζί, λες και είμαστε συνεννοημένοι, και περιτριγυρίζουμε το ξύλινο κουτί. Βλέπω την έκφραση δυσαρέσκειας του Νίκου και χαίρομαι διπλά. Σήμερα έκανα τη σωστή κίνηση. Προφασιζόμενος την άγνοιά μου πάνω σε θέματα ιστορίας, παραχώρησα την τιμητική θέση του ανθρώπου που θα ανοίξει το ρολό με το χαρτί στη Μαρία. Άλλωστε αν υπάρχει κάτι γραμμένο, είναι η μόνη που θα μπορέσει να το διαβάσει. Βέβαια, ενδόμυχα, ελπίζω να το εκτιμήσει και να υπογράψουμε ένα τριμηνιαίο συμβόλαιο συμβίωσης αλλά προς το παρόν έχω γίνει κι εγώ μέρος του κύκλου που κοιτάζει με δέος τη Μαρία την ώρα που λύνει την κορδέλα και ανοίγει το χάρτινο ρολό.
Τώρα που βλέπω πόσο εύθραυστο υλικό είναι το χαρτί, είμαι ακόμα πιο ευχαριστημένος με την απόφασή μου. Τα δικά μου χοντροδάχτυλα κατά πάσα πιθανότητα θα το κατέστρεφαν και τότε ποιος άντεχε τις λοιδορίες του Νίκου. Η αγωνία έχει ανέβει στο κατακόρυφο καθώς η Μαρία προσπαθεί να διαβάσει το κείμενο που είναι γραμμένο αλλά δυσκολεύεται πολύ. Τελικά, γυρίζει προς το μέρος μας και μας λέει με σιγανή φωνή.
«Δεν μπορώ να ζήσω άλλο χωρίς εσένα. Θα μείνεις για πάντα η μοναδική μου αγάπη».
Για λίγο επικρατεί ησυχία, κανένας δεν μιλάει. Ύστερα, σαν μια μικρή χορωδία, σηκώνουμε τα κεφάλια μας, κοιτάζουμε τη Μαρία και σχεδόν ταυτόχρονα λέμε:
«Αγάπη;», αλλά το βλέπουμε στα απορημένα μάτια της ότι αυτήν τη λέξη δεν μπορεί να μας την εξηγήσει. Δεν πειράζει. Θα ψάξω το βράδυ στο λεξικό και θα μάθω τι ήταν.

ΤΕΛΟΣ

Την επόμενη εβδομάδα θα συναντήσουμε έναν απελπισμένο άνθρωπο, που προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει «το δηλητήριο».

Saturday, December 5, 2009

Χάρτινη Επέτειος


Σχέσεις. Μερικοί πιστεύουν ότι είναι αληθινές μόνο όταν υπάρχει απόλυτη ειλικρίνεια. Άλλοι, πάλι, ισχυρίζονται ότι κάποια πράγματα καλύτερα να μένουν κρυφά. Ακόμα, και από τον ίδιο τον εαυτό μας. Σε όποια κατηγορία κι αν ανήκετε, θυμηθείτε ότι τα δώρα πολλές φορές περιέχουν εκπλήξεις. Ειδικά, όταν αυτά δίνονται τη μέρα που έχει έρθει η…..


ΧΑΡΤΙΝΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

Αγαπητέ αναγνώστη,
Σύμφωνα με το νόμο 1287/2010 είμαστε υποχρεωμένοι να σε ενημερώσουμε ότι μόνο δεκαπέντε γραμμές αυτής της σελίδας είναι τυπωμένες. Το εγκεφαλοτροπικό χαρτί που κρατάς αυτήν τη στιγμή στα χέρια σου είναι ικανό να ανιχνεύει τα ασθενή ηλεκτρομαγνητικά κύματα που εκπέμπει το μυαλό σου και με τη βοήθεια ειδικών αλγορίθμων να αποτυπώνει τις σκέψεις σου σαν γραπτό λόγο. Αυτή η πρωτοποριακή τεχνολογία αναπτύχθηκε πρόσφατα από την εταιρία μας και είναι κάτι παραπάνω από μια απλή καταγραφή συλλογισμών, αφού παρέχει τη δυνατότητα σε όλους να διαπιστώσουν ποια είναι η πιο μύχια επιθυμία τους. Οι εργαστηριακές μελέτες έδειξαν ότι το ηλεκτρομαγνητικό της αποτύπωμα είναι τόσο ισχυρό, που πολύ σύντομα υπερκαλύπτει όλες τις δευτερεύουσες σκέψεις και εμφανίζεται συστηματικά στο τέλος της σελίδας. Αυτή η θαυμαστή ιδιότητα του υλικού μετατράπηκε σε ένα υπέροχο προϊόν από την εταιρεία μας, ένα προϊόν που κρατάς στα χέρια σου και αποτελεί πλέον το 20% των δώρων που αφορούν επετείους, Έτσι, αργά ή γρήγορα, κι εσύ θα δεις τυπωμένο αυτό που πραγματικά θέλεις στη ζωή σου. Το πρόσωπο που θα έδινες τα πάντα για να έχεις.
Ώστε αυτό ήταν; Κι εγώ που νόμιζα ότι είχε σχέση με τα χρόνια της επετείου. Κάπως τις χωρίζουν σε ξύλινες, ασημένιες, χρυσές. Αυτή, έλεγα, θα ήταν η χάρτινη. Τελικά, έκανα λάθος. Άραγε, τώρα πράγματι βλέπω τις σκέψεις μου να τυπώνονται ή είναι κάποιο χαζό αστείο; Να δεις που θα έχει γράψει το όνομα της στο τέλος και θα με κοροϊδεύει όλη την υπόλοιπη μέρα. Αν όμως είναι αλήθεια; Αυτή η κόλλα φαινόταν μισογραμμένη όταν την πήρα στα χέρια μου αλλά δεν είμαι κι απόλυτα σίγουρος. Μήπως είναι ένα συνηθισμένο χαρτί χωρίς καμία από τις ιδιότητες που διαφημίζει; Έτσι κι αλλιώς το ίδιο είναι. Θα το διαβάσω όλο και θα καταλάβω. Για μια στιγμή όμως. Αν κάτι πάει στραβά; Αν η τελευταία λέξη δεν είναι η σωστή; Όχι ότι δεν την αγαπάω αλλά…Με δοκιμάζει. Μια δοκιμασία πίστης στην οποία δεν μπορώ να πω ψέματα, ούτε και να την αποφύγω. Ίσως να τα καταφέρω, αν συγκεντρωθώ απόλυτα στο πρόσωπο της, σε αυτήν που πρέπει να γραφεί το όνομά της. Τίποτα. Τα γράμματα εξακολουθούν να εμφανίζονται μπροστά μου και σχηματίζουν φράσεις που με προδίδουν. Το χαρτί τυπώνει αμείλικτα τις σκέψεις μου οδηγούμενο, όπως λέει, προς τον πυρήνα της ζωής μου. Θεέ μου, τώρα το κατάλαβα, θα τα διαβάσει όλα. Παγίδα. Αυτό είναι. Μια καλοστημένη παγίδα από την οποία είναι αδύνατο να ξεφύγω. Εκείνη περιμένει στο διπλανό δωμάτιο και από στιγμή σε στιγμή θα έρθει εδώ, ανυπομονώντας να διαβάσει την τελευταία λέξη× τη βαθύτερη επιθυμία της ζωής μου που αναδύεται μέσα από την υποκρισία και τις υπεκφυγές μου. Ποιος μπορεί να το αντέξει αυτό; Οι γραμμές εξαντλούνται, η σελίδα γεμίζει και φτάνει προς το τέλος της. H λέξη έχει ήδη σχηματιστεί στο μυαλό μου. Ακούω το πόμολο που γυρίζει. Δεν έχω άλλη επιλογή. Σηκώνω το βλέμμα μου. Εκείνη στέκεται στην πόρτα, με κοιτάζει γεμάτη αγωνία και είμαι πια σίγουρος ότι ο ήχος αυτής της σελίδας που σκίζεται είναι ίδιος με αυτόν μιας καρδιάς που ραγίζει.
ΤΕΛΟΣ


Την επόμενη Κυριακή θα δούμε ένα λεξικό του μέλλοντος. Και μερικά ενδιαφέροντα «Λήμματα».