Tuesday, November 2, 2010

Το τέλος

Ένας ολόκληρος χρόνος. Θα μπορούσε να είναι γενέθλια, αλλά δυστυχώς είναι απλά το τελευταίο διήγημα. Μπορώ να πω ότι άξιζε τον κόπο. Ευχαριστώ όσους με συνόδεψαν. Όπως σε όλα τα ταξίδια μόνο όποιος το έκανε ξέρει τι έχασε και τι κέρδισε. Νομίζω ότι τελικά κέρδισα το στοίχημα από τον εαυτό μου. Έστω κι αν «έκλεψα» λίγο με τις διακοπές του καλοκαιριού, έστω κι αν έφτασα εξαντλημένος στον Οκτώβριο, έστω κι αν πολύ θα ήθελα να συνεχίσω, πρέπει με βαριά καρδιά να παραδεχτώ ότι έφτασε ….



Το τέλος


Μόλυνση! Δεν ήθελε να το πιστέψει, αλλά πώς μπορούσε να αρνηθεί αυτό που έβλεπε μπροστά του. Τελικά, είχε δίκιο ο πατέρας του. Το είχε καταλάβει πριν καν δει τα αποτελέσματα από το πρώτο τεστ, μια μικρή πλάκα σε απαλό ροζ που όμως είχε γεμίσει με πράσινα στίγματα. Ο Λέρ την κοιτούσε προσεκτικά προσπαθώντας να τη συγκρίνει με τις δύο εικόνες που είχε πάνω το κουτί, μία για τη μόλυνση και μια για την καθαρή αποικία, και ο πατέρας του στεκόταν δίπλα του λέγοντας: «Μη στενοχωριέσαι, συμβαίνουν αυτά. Θα δεις και κάτι ενδιαφέρον». Ο Λερ είχε εκνευριστεί πολύ τότε, γιατί ήξερε ότι δύσκολα θα έπαιρνε το άριστα στην εργασία με αυτή τη μακέτα. Ψέκασε δυο τρεις φορές, κυρίως στο σημείο που είχε εμφανιστεί η μόλυνση, αναθάρρησε σε μια στιγμή που είδε σημάδια υποχώρησης, αλλά τώρα πια ήταν ολοφάνερο ότι δεν είχε πετύχει τίποτα. Αυτά τα μικρά πλασματάκια, που πριν λίγο καιρό μόλις που διακρίνονταν, ήταν πια ορατά χωρίς κανένα βοηθητικό όργανο και ετοιμάζονταν να καταβροχθίσουν την υπόλοιπη εργασία του. Έπρεπε να είχε δώσει ένα τέλος νωρίτερα. «Φτιάξτε ένα καινούριο κομμάτι πραγματικότητας», ήταν ο βαρύγδουπος τίτλος του διαγωνισμού, αλλά ο Λερ ήταν πια πολύ απογοητευμένος και έπιασε τη μακέτα έτοιμος να τη συνθλίψει.
«Ε, τι κάνεις εκεί», άκουσε τη φωνή του πατέρα του και άφησε με τρόπο τη μακέτα να συνεχίζει να αιωρείται μέσα στο μαύρο κλωβό χαμηλής ακτινοβολίας.
«Δεν γίνεται τίποτα. Η μόλυνση δεν φεύγει», είπε απογοητευμένος.
«Άσ’ τη λίγο ακόμα, ποτέ δεν ξέρεις»
«Μα έχει πιάσει τον καλύτερο πλανήτη μου».
«Τι περίμενες; Να ξεφυτρώσει μέσα σε ξερό βράχο;»
«Τον καταστρέφει. Αν τον έβλεπες πόσο πρασινογάλαζος ήταν στην αρχή με υπέροχα άσπρα σύννεφα. Τώρα κατάντησε μια γκρίζα κουκκίδα και ο αέρας της έχει γίνει σχεδόν μαύρος»
Ο πατέρα του ανέμισε μερικές εικόνες στο μυαλό του και ο Λερ ένοιωσε καλύτερα.
«Αυτό είναι το νόημα του διαγωνισμού. Ποτέ δεν ξέρεις πώς θα είναι η καινούρια πραγματικότητα. Ίσως σε λίγο να δεις κάτι που σου αρέσει. Μερικές φορές το αναπάντεχο είναι καλύτερο από το προγραμματισμένο. Λοιπόν, τι λες; Θα τους δώσεις μια ευκαιρία ή έφτασε το τέλος;»
Ο Λερ κοίταξε σκεπτικός το μικρό του σύμπαν. Έδειχνε τόσο εύθραυστο. Δισεκατομμύρια πλασματάκια που μόλυναν τη μακέτα του. Έπρεπε να τα είχε καθαρίσει από την αρχή. Άπλωσε τα άκρα του, αλλά σταμάτησε λίγο πριν τον μολυσμένο πλανήτη. Μερικές φορές το αναπάντεχο είναι καλύτερο από το προγραμματισμένο Το σκέφτηκε λίγο ακόμα….
***


Ο Νέλεφ ρύθμισε τον συμπυκνωτή μποζονίων και κοίταξε γεμάτος δέος τη μαύρη έκταση που σκέπαζε ολόκληρο τον ορίζοντα. Ήταν ο πρώτος, αλλά ακολουθούσε ολόκληρος ο πολιτισμός του μέσα σε εκατομμύρια διαστημόπλοια που ταξίδευαν με υποφωτεινές ταχύτητες, εξαντλώντας τα τελευταία υπολείμματα χρήσιμης ενέργειας που περιείχε το σύμπαν τους. Μια τρελή κούρσα ενάντια στον εντροπικό θάνατο που τους είχε φέρει εκεί, στην άκρη του σύμπαντος ή, όπως έλεγαν οι περισσότεροι, στο τέλος του.
Όταν το είχαν ανακαλύψει είχαν μείνει όλοι άναυδοι. Πολλοί υποστήριζαν ότι το σύμπαν δεν τελειώνει ποτέ, άλλοι ότι το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι ατελείωτες βόλτες σαν να είσαι πάνω σε μια κυκλική διαδρομή επιστρέφοντας συνεχώς στη θέση που ξεκίνησες, όμως όλοι σταμάτησαν να μιλούν τη μέρα που το πρώτο διαστημόπλοιο που έψαχνε απεγνωσμένα για χρήσιμη ενέργεια έφτασε στην ζώνη τερματισμού, όπως ονομάστηκε, και διαπίστωσε ότι είναι αδύνατον να προχωρήσει πιο πέρα.
Ευτυχώς κάποιοι φυσικοί έσπασαν το κεφάλι τους, και έφτιαξαν αυτή την μικρή συσκευή που έκοβε και έραβε την ύλη σε υποατομικό επίπεδο. Μόλις πήραν στα χέρια τους το υποατομικό μαχαίρι, το πήγαν ως το τέλος του σύμπαντος και «έκοψαν» την κατάμαυρη συμπύκνωση ύλης, που σαν μαύρη κουβέρτα τους εμπόδιζε να προχωρήσουν. Το θέαμα που αποκαλύφτηκε ήταν εκπληκτικό, αφού πίσω από το μαύρο μανδύα έβραζε το «κενό» γεννώντας και σκοτώνοντας σωματίδια σε μια σούπα που δεν μπορούσε να φιλοξενήσει κανενός είδους ζωή. Μια «εν δυνάμει» πραγματικότητα που ήταν συνεχώς στα όρια της ανυπαρξίας. Κάπου εκεί μπήκε στο παιχνίδι ο Νέλεφ.
Το μικρό ηχητικό σήμα τον ειδοποίησε ότι είχε φτάσει στο πιο λεπτό σημείο της παραδοξότητας, εκεί που η μαύρη κουβέρτα που τους σκέπαζε ήταν λεπτότερη και θα άνοιγε ευκολότερα. Συντόνισε την κίνηση του αεροσκάφους με αυτήν της σκοτεινής ύλης και στη συνέχεια άρχισε να ανοίγει την τομή με τον συμπυκνωτή του. Ήταν λεπτή δουλειά. Δεν έπρεπε κάνει πολλή μεγάλη την τομή γιατί κινδύνευε να διαρρεύσει το κοχλάζον κενό μέσα στο δικό τους σύμπαν, αλλά ούτε πολύ μικρή γιατί έπρεπε να περνάει η κάψουλα εκκίνηση από μέσα της. Μόλις διαπίστωσε ότι είχε πετύχει το σωστό μέγεθος, άπλωσε το χέρι του στο κιβώτιο με τις κάψουλες και τις κοίταξε προσεκτικά.
Ήταν πολύ περήφανος για τη αποστολή του. Το σχέδιο ήταν να εκκινήσουν ένα καινούριο σύμπαν μέσα στο υλικό που αποκάλυπτε το κόψιμο. Ένα σύμπαν στο οποίο θα μπορούσαν να μεταπηδήσουν μόλις νεκρωνόταν το δικό τους. Ένα τέλος και μια αρχή. Όλοι συμφωνούσαν ότι ένα κομμάτι ύλης θα έκανε τη δουλειά μια χαρά, όλοι, όμως, είχαν και μια διαφορετική άποψη για το σωστό κομμάτι ύλης. Έτσι, έμελλε στον Νέλεφ να αποφασίσει. Κάθε κάψουλα περιείχε και έναν δυνητικό σπόρο γέννησης. Οι πιο πολλοί είχαν προτείνει μικρές πυρηνικές βόμβες, αλλά επειδή κανείς δεν ήξερε πραγματικά τι θα οδηγήσει το αναβράζον κενό που έβλεπαν να μετατραπεί σε κατοικήσιμο σύμπαν, τελικά είχαν καταλήξει σε μια συμβιβαστική λύση. Μερικές φορές το ένστικτο είναι καλύτερος οδηγός και από την πιο δυνατή λογική. Έτσι, εφοδίασαν τον Νέλεφ με μια ποικιλία από κάψουλες που περιείχαν κυρίως σπόρους από φυτά και σπάνια πετρώματα ελπίζοντας κατά κάποιο τρόπο να «βλαστήσουν».
«Δες τη σούπα και αποφάσισε μόνος σου τι θα ήταν καλύτερο», του είχαν πει, ρίχνοντας ουσιαστικά πάνω του την ευθύνη για τη συνέχιση της ζωής ενός ολόκληρου σύμπαντος. «Φτιάξε μια καινούρια πραγματικότητα για εμάς». Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσε πριν ξεκινήσει το ταξίδι μέσα στο υποδιάστημα. Ο Νέλεφ το είχε σκεφτεί πολύ καιρό και τώρα πια είχε φτάσει η κρίσιμη στιγμή. Έπιασε την μικρή πυρηνική βόμβα, τη λύση που θα έδινε κάθε λογικός άνθρωπος. Την κράτησε γερά και σκέφτηκε τι πιθανότητες είχε να κάνει λάθος. Το πιο ισχυρό και απάνθρωπο όπλο που είχε κατασκευασει το είδος του. Τι ελπίδες είχε ένα σύμπαν που ξεκινούσε με αυτόν τον τρόπο; Μερικές φορές το ένστικτο είναι καλύτερος οδηγός και από την πιο δυνατή λογική. Με το αριστερό του χέρι, έπιασε την κάψουλα που περιείχε την πιο γλυκιά μελωδία που είχε ακούσει ποτέ. Ο εισηγητής της ισχυριζόταν ότι αρκούσε ένα απαλός ήχος για να ξεκινήσει τη δημιουργία ενός καινούριου κόσμου. Μερικές φορές το ένστικτο είναι καλύτερος οδηγός και από την πιο δυνατή λογική. Ο Νέλεφ έσφιξε τις κάψουλες όσο πιο δυνατά μπορούσε καθώς κοίταζε την ύλη να γεννιέται και να καταστρέφεται συνεχώς μπροστά του. Μια πυρηνική έκρηξη ή μια απαλή μελωδία; Τι θα διάλεγε; Το σκέφτηκε λίγο ακόμα….
***

Ο Κώστας κοίταξε τα διηγήματα που σχημάτιζαν μια μικρή δικτυακή διαδρομή ενός χρόνου. Γράμματα το ένα δίπλα στο άλλο, λέξεις η μία δίπλα στην άλλη, παράγραφοι μία κάτω από την άλλη. Κι όμως, στο τέλος, αυτό που έμενε, ήταν ένα μικρό καινούριο κομμάτι πραγματικότητας. Ένα κομμάτι που δεν υπήρχε πριν στο εικονικό σύμπαν του διαδικτύου, ένας καινούριος τόπος που μπορούσε κάποιος να αγνοήσει ή να εξερευνήσει το ίδιο εύκολα. Με αυτήν την σκέψη, αισθάνθηκε πολύ όμορφα, σαν να φύσηξε κάποιος μέσα του ένα θερμό αεράκι που έφτασε μέχρι το βάθος της καρδιάς του. Το μόνο που χρειαζόταν πια ήταν να γράψει την τελευταία λέξη και όλα θα τελείωναν. Την είχε γράψει δεκάδες φορές μέχρι εκείνη τη στιγμή, την είχε ήδη γράψει και στην αρχή της ιστορίας. Το σκέφτηκε λίγο ακόμα. Μερικές φορές ένα διήγημα είναι πιο δυνατό από τον συγγραφέα και επιλέγει μόνο του το δικό του τέλος. Και μερικές φορές οι λέξεις είναι πιο δυνατές όταν δεν γραφούν. Ο Κώστας έβαλε κεφαλαία και πλησίασε το χέρι του στο πλήκτρο με το «τ». Το σκέφτηκε λίγο ακόμα…

Monday, October 25, 2010

Το τέλος της εντροπίας

Όταν ένας καλός φίλος σου λέει ότι το μόντεμ που χρειάζεσαι το έχει αφήσει στην αποθήκη στο σπίτι των γονιών του, τότε μάλλον έχεις μείνει λίγο πίσω τεχνολογικά. Έτσι εξηγείται και η μετακίνηση προς τη Δευτέρα. Φυσικά μπορείς πάντα να επικαλεστείς σαν δικαιολογία τους νόμους της Φυσικής. Ότι και να κάνεις η εντροπία θα σε νικήσει, άρα γιατί να προσπαθήσεις;. Ίσως έχετε ακούσει για την αρχή της εντροπίας, αλλά εμείς σήμερα θα μιλήσουμε για …..


Το τέλος της εντροπίας


«Κι’ έτσι, μπορούμε με μεγάλη βεβαιότητα να πούμε ότι με το πάτημα ενός κουμπιού θα σώσουμε το σύμπαν από την ολική καταστροφή»,
Ο Υ’ λα κοίταξε το ολιγομελές ακροατήριό του. Κυρίως πολιτικοί και στρατιωτικοί από τις ανώτατες βαθμίδες που είναι ζήτημα αν καταλάβαιναν έστω και μία λέξη απ’ όσα είχε πει. Έπρεπε, όμως, να τους το εξηγήσει. Στο κάτω-κάτω αυτοί θα έπαιρναν την απόφαση. Όχι ότι είχαν και πολλές επιλογές, αλλά ο Υ’ λα δεν ήθελε να το ρισκάρει. Χάιδεψε απαλά το κόκκινο κουμπί του μετασχηματιστή μποζονίων που είχε μπροστά του. Θα μπορούσε να τους πει ότι είχαν βρει τον τρόπο για να αλλάζουν τις ιδιότητες των μποζονίων όπως αυτοί ήθελαν. Ότι αρκούσε ένα μικρό υποσωματιδιακό «σκούντημα» και τα βολικά μποζόνια θα μετέφεραν την τροποποιημένη πληροφορία με την ταχύτητα του φωτός μέχρι τα πέρατα του σύμπαντος. Ή ότι στο τέλος της διαδικασίας μια μικρή, αθώα σταθερά θα άλλαζε πρόσημο για πάντα. Όμως, αυτά τα είχε πει ήδη δεκάδες φορές στα συνέδρια που συμμετείχε. Συνέδρια γεμάτα φυσικούς που είναι ζήτημα αν κατάλαβαν έστω και τη βασική αρχή της θεωρίας του. Εδώ χρειαζόταν πια απλά πράγματα. Παρομοιώσεις, μεταφορές, αναλογίες με την πραγματική ζωή.
«Ρίξτε μια πετρούλα στη λίμνη και θα δείτε τα κύματα να ρυτιδώνουν την επιφάνεια της, μέχρι το άπειρο. Αυτό θα κάνουμε εμείς εδώ σήμερα. Θα ρίξουμε την πετρούλα, θα αναταράξουμε τη λίμνη των μποζονίων και μετά από πολλά χρόνια το κύμα θα φτάσει στο τέλος του σύμπαντος».
Οι ηγέτες του κόσμου έδειχναν πολύ σοβαροί και έτσι έπρεπε να ήταν. Ίσως από μέσα τους να σκέφτονταν ότι είχαν δέκα καλύτερα πράγματα να κάνουν εκείνο το απόγευμα, αλλά ποιος θα τολμούσε να παραδεχτεί ότι την μέρα που τον κάλεσαν να αποφασίσει για την τύχη του κόσμου, αυτός έπινε ηδύποτα, σε κάποια παραλία.
«Και πώς ακριβώς θα σωθούμε;», ρώτησε ένας βλοσυρός στρατηγός που έδειχνε σαν να μην πιστεύει λέξη απ’ όσα έλεγε ο Υ’ λα.
«Θα μπορούσα να γράψω έναν τόμο γι’ αυτό, αλλά μια απλά εξήγηση είναι ότι θα αντιστρέψουμε το εντροπικό βέλος».
Ο στρατηγός έδειξε να αμφιταλαντεύεται, προσπαθώντας να αποφασίσει αν ο Υ΄ λα τον κορόιδευε ή του μιλούσε σοβαρά.
«Ποιο βέλος;» είπε στο τέλος.
Ο Υ’ λα τον κοίταξε κάπως επιτιμητικά.
«Η εντροπική αρχή», του είπε χωρίς να διαπιστώσει κάποια αντίδραση εκ μέρους του στρατηγού.
«Η εντροπία πάντα μικραίνει. Δεν την έχετε ακούσει ποτέ;».
Ο στρατηγός άνοιξε ελαφρά το στόμα του, αλλά δεν μίλησε.
«Η αιτία που όλα δείχνουν να ταχτοποιούνται από μόνα τους, που ένωσε τα ανόργανα υλικά, έφτιαξε αμινοξέα, DNA και στη συνέχεια εμάς, ο λόγος που η ενέργεια συνεχώς αναβαθμίζεται και ο λόγος που υπάρχουμε…»
Ο Υ’ λα αισθάνθηκε απελπισία καθώς συνειδητοποίησε ότι ο στρατηγός, όπως μάλλον και οι περισσότεροι στην αίθουσα, αγνοούσε εντελώς τόσο σημαντικά πράγματα.
«…και δυστυχώς η αιτία που το σύμπαν συρρικνώνεται και σύντομα δεν θα έχει καθόλου χώρο για εμάς», » κατέληξε ο Υ’ λα, πριν ο στρατηγός προλάβει να τον ρωτήσει τι είναι το DNA.
Οι ακροατές κινήθηκαν ελαφρά, μουρμουρίζοντας και σχολιάζοντας την τελευταία φράση του Υ’ λα. Του είχε φέρει εκεί που ήθελε. Αν αρνούταν να πατήσουν το κουμπί τότε….
«Με λίγα λόγια μας λέτε ότι θα αντιστρέψετε την εντροπική αρχή», είπε ένας πολιτικός που έδειχνε να σκαμπάζει κάτι περισσότερο από τους άλλους.
«Ακριβώς», απάντησε ο Υ’ λα «Μόλις η διαταραχή διαδοθεί σε ολόκληρο το σύμπαν η εντροπία θα σταματήσει να μειώνεται και θα αρχίσει να αυξάνεται, το σύμπαν από τη φάση συστολής, θα μπει σε φάση διαστολής και εμείς θα ζήσουμε για να το χαρούμε. Αν, όμως, αργήσουμε…».
Ησυχία απλώθηκε στην αίθουσα. Ο Υ’ λα έκανε μια μεγάλη παύση.
«Αν, όμως, αλλάξετε την ροή της εντροπίας τότε τι θα απογίνουμε εμείς», ρώτησε ο μοναδικός βιολόγος που υπήρχε εκεί, μάλλον από το τμήμα γενετικής.
«Τι εννοείτε;», ρώτησε ο Υ’ λα
«Φαντάζομαι ότι γνωρίζετε πώς το DNA μας συνεχώς βελτιώνεται. Ακόμα και τώρα που μιλάμε παράγει καινούρια ,πιο ανθεκτικά κομμάτια. Και ο λόγος είναι η συνεχής μείωση της εντροπίας. Ξεκινήσαμε ως μικρά μόρια σε μια αρχέγονη σούπα πρωτεϊνών και τώρα βρισκόμαστε εδώ συνομιλώντας ως τα τελειότερα πλάσματα του σύμπαντος. Τι θα συμβεί στο γενετικό μας υλικό αν αναποδογυρίσετε την εντροπία;»
Ο Υ’ λα έμεινε για λίγο σκεπτικός. Ήταν αδύνατον να εξετάσεις όλα τα δεδομένα. Έτσι και αλλιώς δεν είχαν άλλη επιλογή.
«Είναι μάλλον απίθανο να επηρεασθεί κάτι τόσο πολύπλοκο όπως το γενετικό υλικό. Το πιθανότερο είναι απλώς να αντιστρέψουμε την συρρίκνωση του σύμπαντος και να απομείνουμε όλοι μας ζωντανοί ώστε να θαυμάσουμε τα αποτελέσματα της επιστήμης μας».
«Έχετε σκεφτεί ποιο θα είναι το άλλο άκρο της δικής μας ζωής, αν το DΝΑ μας φθίνει;», επέμεινε ο βιολόγος.
Ο Υ’ λα ύψωσε τη φωνή του..
«Αγαπητέ μου, πηγαίνετε πολύ μακριά. Αλλά κι εσείς ακόμα φοβάστε να το πείτε»
«Τι φοβάται;», ρώτησαν σχεδόν όλοι οι παριστάμενοι με μια φωνή.
«Θάνατος», είπε σχεδόν ψιθυρίζοντας ο Υ’ λα. «Θνητότητα λόγω φθοράς. Ο συνάδελφος πιστεύει ότι αν το DNA μας βρεθεί σε αντίστροφη εντροπία θα φθίνει και μοιραία θα πεθάνουμε»
«Δηλαδή δεν θα είμαστε πια αθάνατοι;»
«Είναι πολύ μικρή η πιθανότητα αλλά η εναλλακτική λύση δεν είναι καθόλου καλύτερη. Αν αργήσουμε να δράσουμε, τότε είναι πιθανόν η αντιστροφή να καθυστερήσει, το σύμπαν να μετατραπεί σε μια μεγάλη υπέρθερμη σφαίρα και στη συνέχεια να εκραγεί δημιουργώντας ένα νέο κόσμο με μια νέα εντροπική αρχή: Η εντροπία πάντα θα αυξάνει».
Ο πρόεδρος της επιτροπής έκανε νόημα στον Υ’ λα να αποχωρήσει για να συνεδριάσουν. Ο Υ’ λα βγήκε στο διάδρομο σκεπτικός. Κάθε δευτερόλεπτο καθυστέρησης σήμαινε χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια χρόνια σε επίπεδο σύμπαντος. Ανάθεμα την ταχύτητα του φωτός που δεν επέτρεπε τις ακαριαίες μεταβολές.
«Δεν τους είπατε τι θα γίνει όταν το σύμπαν διασταλεί τόσο που να μην έχει πια ενέργεια» », άκουσε τη φωνή του βιολόγου δίπλα του. Μάλλον δεν άντεχε κι αυτός τις συνεδριάσεις.
«Δεν χρειαζόταν. Απλά θα ξαναπατούσαμε το κουμπί και θα αλλάζαμε γι άλλη μια φορά το εντροπικό βέλος»
«Νομίζω ότι τελικά θα συμφωνήσουν μαζί σας, αλλά μάλλον θα αργήσουν. Οι πολιτικοί δεν είναι τόσο ευέλικτοι όσο οι επιστήμονες.
«Τότε το χάσαμε το παιχνίδι», είπε ο Υ’ λα.
«Πιστεύεται ότι μπορεί ένα θνητό είδος να επιβιώσει μέσα στο σύμπαν;» ρώτησε ο βιολόγος
«Δεν ξέρω, ίσως. Αν αντέξουν και δεν καταρρεύσουν μόλις συνειδητοποιήσουν που βρίσκονται και που πηγαίνουν…»
«Τότε, ίσως έχουμε μια ελπίδα»
«Ποια;»
«Να καταλάβουν το πρόβλημα και να πατήσουν το δικό τους κουμπί την σωστή στιγμή».
Και να ξαναρχίσει ο κύκλος από την αρχή, σκέφτηκε ο Υ’ λα. Ένας μεγάλος συμπαντικός κύκλος αθανάτων και θνητών που ποτέ δεν θα συναντιόνταν.
«Το σύμπαν είναι ήδη παράξενο», είπε ο Υ’ λα, «αλλά θα ήθελα πάρα πολύ να βρεθώ στην δική τους μεριά»
«Μπορεί κι αυτοί να εύχονται το ίδιο», είπε χαμογελώντας ο βιολόγος.
«Ίσως μια μέρα τα καταφέρουμε και οι δύο», συμφώνησε ο Υ’ λα που τώρα πια δεν βιαζόταν και τόσο πολύ να πατήσει το κουμπί της αναστροφής.

ΤΕΛΟΣ

Monday, October 18, 2010

Το μυστικό της ζωής

Μία εβδομάδα χωρίς μόντεμ. Δεν ήταν και άσχημα. Κερδίζεις σε χρόνο, χάνεις σε πληροφορία. Ίσως, τελικά, πρέπει να αλλάξουμε το γνωστό ρητό με το χρόνο και το χρήμα σε κάτι πιο σύγχρονο. Ακόμα δεν έχω λύσει το πρόβλημα. Ίσως φταίει ότι το σημερινό διήγημα δεν είναι ακριβώς ΕΦ, ίσως ο παλιός υπολογιστής, ίσως και η ίδια η ιστορία, αφού σήμερα θα μάθετε…


Το μυστικό της ζωής


Στο τέλος αυτής της ιστορίας θα μάθετε την αιτία που υπάρχει ο κόσμος.

Σε έναν μακρινό πλανήτη, πολύ μακριά από τη μικρή μας Γη, ζούσε ο μοναδικός άνθρωπος που ήξερε αυτό το μυστικό. Έμενε σε ένα φτωχικό σπίτι, με λίγα έπιπλα και εκεί δεχόταν κάθε μέρα απεσταλμένους από όλο το σύμπαν που πρόσμεναν να τους αποκαλύψει τη γνώση για το ποια ήταν η αιτία της ζωής. Εκατοντάδες διαστημόπλοια πηγαινοέρχονταν και άφηναν επισκέπτες. Κάθε μέρα δέκα απεσταλμένοι έμπαιναν στο σπίτι του, έτρωγαν μαζί του ένα πιάτο φαΐ, έπιναν ένα ποτήρι κρασί και περνούσαν την υπόλοιπη μέρα παρατηρώντας τον να κάθεται σκεπτικός χωρίς να βγάζει ούτε μία λέξη από το στόμα του.
Ο Ιγνάτιος ήταν ο εκλεκτός του δικού του πλανήτη και περίμενε οχτώ μήνες υπομονετικά στον περίβολο του σπιτιού μέχρι να τον δεχτεί ο σοφός. Κάθε μέρα έβλεπε δέκα ανθρώπους να μπαίνουν γεμάτοι ενθουσιασμό στο πέτρινο σπίτι και κάθε νύχτα έβλεπε τους ίδιους δέκα ανθρώπους να βγαίνουν απογοητευμένοι, αφού κανείς τους δεν είχε μάθει το μυστικό που τόσο αποζητούσαν.
Όταν ήρθε η σειρά του, ο Ιγνάτιος στάθηκε μπροστά στην είσοδο και διάβασε για άλλη μια φορά την επιγραφή που όλοι ήξεραν, αλλά κανείς δεν μπορούσε να ερμηνεύσει.

Το μυστικό είμαι εγώ που σε περιμένω

Είχαν γραφεί χιλιάδες σελίδες για αυτή τη φράση, αλλά κανείς ακόμα δεν είχε καταφέρει να αποκαλύψει τη σημασία της. Ο Ιγνάτιος μπήκε γεμάτος δέος στο σπιτάκι και είδε το σοφό, που αν και ήταν πολύ ηλικιωμένος, έδειχνε απόλυτα νηφάλιος και ήρεμος καθώς οι επισκέπτες κάθονταν γύρω του και περίμεναν να μιλήσει. Όλοι είχαν ακούσει ότι ποτέ δεν έλεγε τίποτε, αλλά και όλοι πίστευαν μέσα τους ότι είναι οι εκλεκτοί και αυτή τη φορά θα μάθαιναν το μεγάλο μυστικό. Όμως, η μέρα πέρασε σαν νερό χωρίς ο σοφός να ανοίξει το στόμα του. Όταν ήρθε η νύχτα, ο Ιγνάτιος σηκώθηκε στενοχωρημένος και κατευθύνθηκε προς την έξοδο, όπου είδε για πρώτη φορά την επιγραφή που βρισκόταν πάνω από την ξύλινη πόρτα.


Το μυστικό είσαι εσύ που φεύγεις

Όταν βγήκε έξω μαζί με τους υπόλοιπους, ο ουρανός ήταν ξάστερος και γεμάτος από μικρές σπίθες που δύσκολα πίστευες ότι ήταν φλεγόμενοι ήλιοι που ζέσταιναν ανθρώπους σε κάποιους μακρινούς πλανήτες. Ο Ιγνάτιος κάθισε στο κρύο, σκληρό χώμα και σκέφτηκε τη φράση που μόλις είχε διαβάσει. Κανείς δεν ξέρει πόσες μέρες έμεινε εκεί. Άλλοι λένε μία μέρα, άλλοι μερικούς μήνες ενώ υπάρχουν πολλοί που λένε ότι ο Ιγνάτιος έμεινε τρία χρόνια έξω από το σπίτι του σοφού, πίνονταν λίγο νερό και τρώγοντας ένα πιάτο φαΐ. Το σίγουρο είναι ότι μια μέρα έκατσε μπροστά στην πόρτα και ξαναμπήκε στο σπίτι. ¨Έμεινε όλη την μέρα μέσα, αλλά το βράδυ δεν βγήκε μαζί με τους υπόλοιπους. Κάθισε δίπλα στο σοφό και περίμενε, χωρίς να πει ούτε μια λέξη. Τότε ο σοφός χαμογέλασε, έσκυψε στο αυτί του και του ψιθύρισε το μεγάλο μυστικό. Την άλλη μέρα ο σοφός χάθηκε από το σπίτι, κανείς δεν ξέρει τι απέγινε, αλλά όλοι ξέρουν ότι τώρα στη θέση του βρίσκεται ο Ιγνάτιος, ο μοναδικός άνθρωπος που ξέρει το γιατί υπάρχει ο κόσμος, και κάθε μέρα δέκα άνθρωποι μπαίνουν μέσα στο σπίτι του ελπίζοντας ότι θα τους αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό.


«…..που, ….ναι αλή……το;».
Ο Ιωάννης κούνησε λίγο το ακουστικό στο αυτί του. Μάλλον ήθελε αλλαγή η μπαταρία.
«Τι είπες παιδί μου;»
«Είναι αλήθεια αυτό;»
«Μα φυσικά».
Ο Βαγγελάκης τον κοίταξε με δυσπιστία. Μεγάλωνε και γινόταν όλο και πιο κριτικός. Αντίθετα η Μαιρούλα ήταν ενθουσιασμένη.
«Παππού, εσύ το ξέρεις το μυστικό;»
«Το ξέρω, είπε ο Ιωάννης..
«Θα μας το πεις;»
«Θέλετε;», ρώτησε ο Ιωάννης.
«Ναιιιιιιιι», είπαν και τα δυο μικρά με δυνατή φωνή,
«Πιο σιγά. Λοιπόν, θα κάνουμε μια συμφωνία. Εγώ θα σας πω το μυστικό και εσείς θα κοιμηθείτε. Σύμφωνοι;»
«Ναι», είπαν τα εγγονάκια του.
Ο Ιωάννης ξερόβηξε, άνοιξε διάπλατα τα χέρια του, άλλαξε επίτηδες τη φωνή του και ξεκίνησε:
«Το μεγάλο μυστικό, λοιπόν, η εξήγηση που ο ήλιος ανατέλλει, ο λόγος που η Γη γυρίζει, και η αιτία που οι άνθρωποι ζουν είναι…..»
Τα δυο παιδάκια τον κοιτούσαν με αγωνία καθώς σταμάτησε στο πιο κρίσιμο σημείο.
«….είναι η ελπίδα», είπε ο Ιωάννης, «και τώρα γρήγορα κάτω από τις κουβέρτες».
Τα μικρά χώθηκαν στα σκεπάσματα και ο Ιωάννης έκλεισε το φως και βγήκε γρήγορα από το δωμάτιο πριν αρχίσουν τις ερωτήσεις. Περπάτησε μέχρι την μπαλκονόπορτα και βγήκε στο μπαλκόνι. Ο καιρός ήταν ακόμα ζεστός και ο ουρανός ξάστερος. Σκέφτηκε τα μικρά που μεγάλωναν γεμάτα ενθουσιασμό για να ανακαλύψουν τον κόσμο τους και ζήλεψε. Δεν χρειαζόταν να τους πει τίποτα παραπάνω. Κάποια στιγμή θα καταλάβαιναν μόνα τους τι είχε παραλείψει από το μεγάλο μυστικό του κόσμου. Από την ελπίδα ότι, σε κάποιο μακρινό μέρος, υπάρχει κάποιος που ξέρει αυτό το μυστικό και μια μέρα θα είναι αρκετά σπλαχνικός ώστε να σκύψει πάνω από τον μικρό μας πλανήτη και να μας το ψιθυρίσει απαλά.
Ξαφνικά ο Ιωάννης ένοιωσε να πέφτει η θερμοκρασία. Άρχισε να κρυώνει και του φάνηκε σαν ο άνεμος να είχε δυναμώσει υπερβολικά. Το σώμα του μούδιασε, σχεδόν παρέλυσε, σαν ένα γιγάντιο χέρι να τον είχε αγκαλιάσει. Τα άστρα άρχισαν να τρεμοπαίζουν λες και κάποιος τα μετακινούσε, και νόμισε ότι άκουσε μια γλυκιά φωνή
«Το..στικο…ναι….ιδα….».
Τα λόγια έσβησαν μαζί με τον ψυχρό άνεμο και ο Ιωάννης έμεινε για λίγο ακίνητος, κοιτώντας τα αστέρια που έδειχναν να επανήλθαν στη θέση τους. Να μην ξεχάσω να αλλάξω μπαταρία, σκέφτηκε ο και ξαναμπήκε στο σπίτι χαμογελώντας.

ΤΕΛΟΣ


Sunday, October 10, 2010

Ο Παγκόσμιος νόμος

Καθώς πλησιάζει ο Νοέμβριος και κλείνει ο ένας χρόνος του στοιχήματος για ένα διήγημα κάθε εβδομάδα, αρχίζουν να εμφανίζονται τα γνωστά ερωτήματα. Άξιζε όλη αυτή η προσπάθεια; Τι κάνουμε από εδώ και πέρα; Ποιο είναι το νόημα της ζωής; Αυτές και άλλες απορίες που πιθανότατα δεν έχουν απάντηση. Ευτυχώς οι φυσικοί έχουν λύσει αυτό το πρόβλημα. Κάθε μεγάλος επιστήμονας που ασχολείται με την εξήγηση του σύμπαντος θα σου πει ότι στο τέλος του δρόμου υπάρχει μία και μόνο απάντηση. Η ενοποίηση όλων των δυνάμεων σε έναν τύπο. Αυτό που ονομάζουμε….


Ο παγκόσμιος νόμος



«Η ζωή είναι σαν τις γυναίκες. Αν δεν είναι μυστηριώδης δεν αξίζει τον κόπο», είπε ο Άντονι στον γέρο και έριξε μερικά ακόμα χαρτιά μέσα στον καταστροφέα εγγράφων. Άκουσε με απόλαυση τον συριστικό ήχο που στα αυτιά του σήμαινε αρκετές εκατοντάδες ευρώ στο λογαριασμό του.
«Πόσο το κοστολόγησε αυτό;» ρώτησε τον Νέιθαν που με ένα σφυρί περιποιόταν μερικούς δίσκους που, έξω από το κουτί του υπολογιστή, δεν έδειχναν να είναι και τόσο σκληροί.
«Τι;» είπε ο Νέιθαν που σταμάτησε για ένα λεπτό να κοπανάει τους δίσκους.
«Πόσο το κοστολόγησε το αφεντικό;»
«Εξήντα χιλιάρικα».
«Εύκολα λεφτά».
«Αυτό πές το σε εκείνον», είπε ο Νέιθαν, δείχνοντας τον ηλικιωμένο που είχαν δέσει πάνω στην καρέκλα με χειροπέδες. Ο Άντονι, όπως κάθε μπράβος άλλωστε, είχε δει πολλούς απελπισμένους ανθρώπους, αλλά ποτέ δεν είχε συναντήσει κάτι τέτοιο. Ένα προσωπείο θλίψης που σχεδόν δεν τολμούσες να αντικρίσεις. Αυτός ήταν ο άνθρωπος που την ιδιοκτησία του κατέστρεφαν εκείνη τη στιγμή. Ένα κομμάτι μετάλλου πέρασε ξυστά από το κεφάλι του. Ο Νέιθαν ήταν εξαιρετικός στη δουλειά του, αλλά και τρομερά ξεροκέφαλος. Κάποτε ο Άντονι του είχε δώσει έναν απομαγνητιστή για να σβήνει αυτόματα τους σκληρούς, αλλά αυτός δεν εμπιστευόταν τίποτε εκτός από το σφυρί του.

Ο Άντονι έπιασε ένα αλλόκοτο βιβλίο που έγραφε «Κβαντική Ηλεκτροδυναμική». Το άνοιξε και του θύμισε ένα μενού στα κινέζικα που είχε δει πριν μια εβδομάδα σε ένα εστιατόριο στη συνοικία των ανατολιτών.
«Αυτό το χαλάμε;», ρώτησε το Νέιθαν.
«Τι;»
«Αυτό το χαλάμε;» ξαναείπε πιο δυνατά ο Άντονι.
«Τι λέει απ’ έξω;»
«Βαντικη Ηλεκτρο…κάτι».
Ο Νέιθαν φάνηκε να το σκέφτεται για λίγο λες και ήξερε τι στο διάολο ήταν αυτό το ηλεκτροτέτοιο.
«Ρίξ’ το στο τζάκι μαζί με τα άλλα», είπε και ξανάρχισε το σφυροκόπημα.
Ο Άντονι πέταξε υπάκουα το βιβλίο στην αναμμένη φωτιά και επέστρεψε στον καταστροφέα εγγράφων που ροκάνιζε ασταμάτητα χαρτιά σημειώσεις και μικρά τετράδια γεμάτα τύπους και υπολογισμούς. Ο Νέιθαν τελείωσε με τους σκληρούς και ο βασανιστικός θόρυβος του σφυριού επιτέλους σταμάτησε.
«Ήταν ανάγκη να του βάλουμε χειροπέδες;», ρώτησε ο Άντονι.
«Οι προηγούμενοι είχαν αντιδράσει και τους δέσαμε, αλλά πρώτα έπεσαν μερικές ψιλές».
«Μα δεν το έχουν πάρει απόφαση;»
«Απ’ ότι φαίνεται κάτι τους τρώει ακόμα. Τελείωσες με τα έγγραφα;»
«Ναι», είπε ο Άντονι ρίχνοντας και το τελευταίο χαρτί στο μηχάνημα.
«Μόλις έχασες ένα Νόμπελ, φίλε», είπε στον ηλικιωμένο «κέρδισες όμως την ησυχία σου».
Ο Άντονι γέμισε μια σακούλα με τα χαρτιά και τα φορτώθηκε στον ώμο. Ο Νέιθαν είχε ήδη ετοιμάσει τη σύριγγα και στεκόταν δίπλα στο γέρο.
«Μη μας ξεχάσεις στη διαθήκη σου», του είπε και βύθισε τη βελόνα στο μπράτσο του. Ο γέρος τινάχτηκε ελεαφρά, αλλά σύντομα έπεσε σχεδόν αναίσθητος. Το μόνο που ακουγόταν ήταν ο ρυθμικός θόρυβος της αναπνοής του. Ο Άντονι με τον Νέιθαν βγήκαν από το σπίτι και μπήκαν στο αμάξι.

«Αυτός ήταν ο τέταρτος;»,είπε ο Άντονι.
«Ναι, ο τέταρτος. Αρχίζω να εξειδικεύομαι. Αν θέλεις θα σε πάρω και στην επόμενη δουλειά. Καλά τα πήγες», είπε γελώντας ο Νέιθαν.
«Τι είχαν ανακαλύψει;»
«Το νόμο της φυσικής που εξηγεί τα πάντα».
«Αποκλείεται»
«Ρε συ, οι άνθρωποι έχουν δέκα πτυχία ο καθένας».
«Αποκλείεται σου λέω».
Ο Νέιθαν πάτησε το φρένο καθώς πλησίαζαν σε κόκκινο φανάρι.
«Είδες το προσωπό του;»
«Ναι», είπε ο Άντονι.
«Φίλε μου έχω κάνει τρομερά πράγματα στη ζωή μου, αλλά τέτοιο πρόσωπο δεν έχω ξαναδεί. Εγώ τους πιστεύω. Βρήκαν την εξήγηση για τα πάντα και αυτό τους κατέστρεψε».
«Και νομίζουν ότι θα γλιτώσουν με μια ένεση; Τι είχες βάλει μέσα;»
«Ένα κοκτέιλ χημικών. Λογικά, για λίγες ώρες δεν θα θυμούνται ούτε το όνομά τους. Μετά, αν είναι τυχεροί, θα έχουν ξεχάσει και το νόμο που ανακάλυψαν».
Ο Νέιθαν πάρκαρε το αμάξι δίπλα σε ένα μηχάνημα αυτόματης πώλησης.
«Και πλήρωσαν εξήντα χιλιάρικα γι’ αυτό;» ρώτησε ο Άντονι.
«Και φτηνά τους ήρθε. Έτσι όπως είχαν καταντήσει είχαν δεν είχαν δυο μέρες ζωής».
Ο Νέιθαν κατέβηκε από το αμάξι, έριξε μερικά νομίσματα και πήρε δυο παγωμένες μπύρες Τις άνοιξε, έδωσε τη μία στον Άντονι. και ξεκίνησε.
«Δεν μπορώ να καταλάβω κάτι», είπε ο Άντονι.
«Τι;»
«Πώς κατάφεραν τέσσερις άνθρωποι να ανακαλύψουν ταυτόχρονα τον ίδιο νόμο;»
«Το αφεντικό λέει ότι έχει φτάσει η εποχή του. Ωρίμασαν οι συνθήκες, μου είπε, αλλά εγώ, φίλε μου, μόνο τα ώριμα φρούτα ξέρω. Τέλος πάντων, το θέμα είναι ότι δεν θα μας λείψει η δουλειά. Περιμένει κι άλλους να του τηλεφωνήσουν».
«Στην υγειά τους», είπε ο Άντονι υψώνοντας το κουτί με την μπύρα.
«Στην υγειά μας», απάντησε ο Νείθαν.. «Και στη υγεία του παγκόσμιου νόμου της Φυσικής», συμπλήρωσε.
«Εγώ μόνο έναν παγκόσμιο νόμο αναγνωρίζω», είπε ο Άντονι που ήδη σκεφτόταν το μερτικό του από την επόμενη δουλειά.
«Ποιόν;»
«Τίποτε δε συγκρίνεται με μια παγωμένη μπύρα».
«Σωστός», επικρότησε ο Νέιθαν πίνοντας μια γερή γουλιά..
«Και δεν θα μου κοστίσει εξήντα χιλιάρικα αν αποδειχτεί ότι είχα δίκιο», ολοκλήρωσε ο Άντονι και ξέσπασαν και οι δύο σε ασυγκράτητα γέλια.


ΤΕΛΟΣ








Saturday, October 2, 2010

Η επόμενη γενιά

Κρίση, ΔΝΤ, αναδιάρθρωση, φόροι, επενδύσεις. Ίσως έχετε βαρεθεί να ακούτε συνεχώς τι μας περιμένει και πώς φτάσαμε ως εδώ. Κάπως έτσι αισθάνονται και οι ήρωες του σημερινού διηγήματος καθώς πρέπει να ανησυχήσουν γιατί έρχεται….


Η επόμενη γενιά


Ο Γιώργος μπήκε βιαστικά στην BMW και πάτησε με απόγνωση το γκάζι, γνωρίζοντας από μέσα του ότι θα κέρδιζε το πολύ ένα λεπτό μέχρι να φτάσει στην κεντρική λεωφόρο. Τελικά ήταν μόλις σαρανταπέντε δευτερόλεπτα, αφού το μακρύ κομβόι των μποτιλιαρισμένων αυτοκινήτων είχε σχηματιστεί νωρίτερα απ΄ ότι τις υπόλοιπες μέρες. Από εδώ και πέρα ξεκινούσε το μαρτύριο της πρώτης-δευτέρας. Τράβηξε χειρόφρενο και ενεργοποίησε την μικρή τηλεόραση που είχε κολλημένη στο παρμπρίζ. Τουλάχιστον θα έβλεπε τις ειδήσεις.

Ο Ερμής μπήκε στο λεωφορείο που ήρθε, όπως πάντα, με ακρίβεια δευτερολέπτου. Είδε ένα άδειο κάθισμα και βοήθησε την γριούλα που μπήκε μαζί του να καθίσει. Θα περνούσε τριάντα λεπτά ηρεμίας μέχρι να φτάσει στη δουλειά, αλλά επειδή δυσκολευόταν να διαβάσει όρθιος, προτίμησε να παρακολουθήσει το πρόγραμμα που μετέδιδε η οθόνη LED που βρισκόταν ακριβώς πάνω από τον καθρέφτη του οδηγού. Για καλή του τύχη ήταν οι ειδήσεις και όχι κάποιο πρωινάδικο.

Αυτή είναι η τελευταία γενιά που θα απολαύσει τα προνόμια που έχει. Από εδώ και πέρα τα πράγματα φαίνονται να αλλάζουν.

Ο Ερμής άκουγε τις ειδήσεις αλλά ταυτόχρονα χάζευε το θέαμα από τα παράθυρα του λεωφορείου. Μετά από πέντε λεπτά διαδρομής περνούσαν ακριβώς έξω από το πάρκο των «δεύτερων» αυτοκινήτων, όπως το είχαν ονομάσει. Ροζ τζιπ, πορτοκαλί κούρσες, κίτρινα τετρακίνητα και άλλα πολύχρωμα πολυτελή αυτοκίνητα, παραταγμένα στη σειρά σαν το παιδικό δωμάτιο κάποιου αόρατου γίγαντα. Οι συνέπειες της κρίσης πετρελαίου. Τα περισσότερα είχαν καταλήξει στην ανακύκλωση, ως παλιοσίδερα, αλλά κάποιος είχε φροντίσει να κρατήσει λιγοστά, να τα βάψει με έντονα χρώματα και να φτιάξει έναν πρωτότυπο παιδότοπο.

Ο Γιώργος έριξε μια ματιά στη ατελείωτη ουρά από αυτοκίνητα που βρισκόταν μπροστά του και βλαστήμησε την ώρα και τη στιγμή που πήρε την BMW. Όχι ότι μπορούσε να κάνει αλλιώς. Η Ελένη είχε προλάβει το μικρό διθέσιο και το τζιπ ήταν ακόμα χειρότερο για τις ώρες αιχμής της κυκλοφορίας. Τώρα δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει ούτε τα μικρά στενά που παρέκαμπταν κάπως την κυκλοφορία, ούτε να δοκιμάσει την τύχη του σε κάποιους ανάποδους μονοδρόμους. Ας είναι καλά οι τράπεζες που είχαν δώσει δάνειο στον κάθε πικραμένο να αγοράσει το αμάξι των ονείρων του, για να ζουν κάθε πρωί όλοι μαζί τον εφιάλτη τους. Άπλωσε το χέρι και δυνάμωσε την τηλεόραση για να ακούσει καλύτερα τον εκφωνητή.

Τα προβλήματα συνεχίζουν να συσσωρεύονται και η οικονομική κατάσταση της χώρας να επιδεινώνεται, φτάνοντας σιγά, σιγά στο αδιέξοδο.

Οι ειδήσεις ήταν καρμπόν της προηγούμενης μέρας, λες και τίποτε καινούριο δεν είχε συμβεί στον κόσμο. Μερικές φορές ο Ερμής πίστευε ότι οι υπεύθυνοι προγράμματος έβαζαν σε μαγνητοσκόπηση τα γεγονότα του προηγούμενου χρόνου και απλώς άλλαζαν την ημερομηνία. Το λεωφορείο πλησίαζε στη στάση του και τώρα περνούσε από το μικρό δεντροφυτεμένο πάρκο δίπλα στο παλιό εγκαταλειμμένο εμπορικό που είχε αφεθεί στη φύση όταν χρεοκόπησαν οι ιδιοκτήτες. Μια μικρή ζούγκλα στο κέντρο της πόλης, που έδεσε πολύ όμορφα με την γύρω περιοχή όταν ισοπεδώθηκαν μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα παμπάλαιων πολυκατοικιών που έτσι κι αλλιώς ήταν έτοιμες να πέσουν. Το λεωφορείο έφτασε στη στάση του σχεδόν με το τέλος των ειδήσεων.

Ο Γιώργος είδε στο βάθος το εμπορικό κέντρο που είχε περάσει όλη την Κυριακή μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Δεν είχαν αγοράσει σχεδόν τίποτα, αλλά λίγο το πάρκιν, λίγο τα παιχνίδια των παιδιών στον παιδότοπο, λίγο τα γλυκά και τα σνακ, του είχε κοστίσει ένα σωρό λεφτά. Έδειχνε μεγαλοπρεπές, σαν ναός που περίμενε τους πιστούς του, οι οποίοι συνέρεαν κατά εκατοντάδες αν και ήταν εργάσιμη μέρα. Μα που έβρισκαν τα λεφτά που ξόδευαν αυτοί οι άνθρωποι; Ο Γιώργος έστριψε απότομα το τιμόνι και πρόλαβε να χωθεί σε μια θέση που άδειασε στα δεξιά του. Τουλάχιστον θα γλίτωνε το εικοσάλεπτο που στριφογύριζε ψάχνοντας να παρκάρει. Κοίταξε την οθόνη, ακριβώς τη στιγμή που τελείωναν οι ειδήσεις.

Δυστυχώς, μάλλον πρέπει να το πάρουμε απόφαση. Η γενιά που ακολουθεί θα είναι η πρώτη γενιά που θα ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη.

Ο Ερμής χαμογέλασε και βγήκε από το λεωφορείο. Ο Γιώργος κούνησε το κεφάλι του και άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου.
«Τα ίδια θα λένε και για την επόμενη», είπαν σχεδόν ταυτόχρονα μπαίνοντας στο γραφείο τους.


ΤΕΛΟΣ

Saturday, September 25, 2010

Πράσινη ανάπτυξη

Καυσαέρια, ρύπανση, φαινόμενο του θερμοκηπίου, ενεργειακό πρόβλημα. Ευτυχώς έχουμε βρει τη λύση σε όλα αυτά. Στο σημερινό διήγημα θα δούμε πώς τα αντιμετώπισε ο κύριος Αριστείδης που δίνει ένα νέο μοντέλο για την ….


Πράσινη ανάπτυξη


Ο Αριστείδης μπήκε βαριανασαίνοντας στην αποθήκη και τοποθέτησε το άδειο μπιτόνι ανάμεσα στα βαρέλια με τη βιομάζα. Έβγαλε τα γάντια, τις μπότες και τη μάσκα και φόρεσε το τζιν και ένα άσπρο φανελάκι. Λογικά είχε ξεμπερδέψει, αλλά θα έπρεπε να περιμένει περίπου ένα μήνα για να σιγουρευτεί. Οι μουριές ήταν περισσότερο ανθεκτικές απ’ όσο έδειχναν.

Βγήκε από την αποθήκη και κοίταξε τον κάμπο, εκεί όπου κάποτε έβλεπε τις ελιές να ασημίζουν, σαν μια απέραντη αργυρένια θάλασσα . Εκατοντάδες φωτοβολταϊκά στοιχεία στραφτάλιζαν πια στη θέση τους, αλλά τουλάχιστον μπορούσε να τα κοιτάξει. Όταν δεν είχε συννεφιά ήταν αδύνατον να κρατήσεις πάνω από μερικά δευτερόλεπτα το βλέμμα σου πάνω τους. Έριξε μερικά σακιά με οργανικά απορρίμματα στους λάκκους κομποστοποίησης, οι οποίοι μύριζαν απαίσια, σημάδι ότι θα είχε αρκετό καύσιμο για τον καυστήρα βιοαερίου. Τα παιδιά του γκρίνιαζαν για τη δυσάρεστη μυρωδιά, αλλά οι συσκευές απόσμησης κόστιζαν και ο Αριστείδης δεν σκόπευε να χαλάσει ούτε ένα ευρώ για περιττές πολυτέλειες. Έπιασε γερά την τρίμετρη σκάλα και ανέβηκε στην σκεπή. Οι τρεις ανεμογεννήτριες γύριζαν ικανοποιητικά, αλλά ο Αριστείδης χαλάρωσε ελαφρά τον πείρο σύνδεσης, σύμφωνα με την εμπειρία του και τις πληροφορίες από το διαδίκτυο. Το μουγκρητό της περιστροφής που δυνάμωσε, ακούστηκε πολύ όμορφα στα αυτιά του. Οι γείτονες φώναζαν για την ηχορύπανση όμως ο Αριστείδης είχε μάθει πια να αγνοεί αυτές τις κραυγές. Σφιχτός πείρος, είκοσι κιλοβάτ, χαλαρός τριάντα και αυτό ήταν το μόνο που μετρούσε πια γι’ αυτόν.

Κατέβηκε πάλι στην αυλή και κοίταξε τη μουριά που υψωνόταν πάνω από τη στέγη του, στερώντας τα φωτοβολταϊκά του από πολύτιμες ώρες ηλιοφάνειας. Ήταν η τελευταία. Στην αρχή τις κλάδευε, αλλά το κόστος ήταν υπερβολικά μεγάλο και έτσι βρήκε συμφερότερη τη λύση με το φάρμακο. Τέσσερα μπιτόνια, τέσσερις μουριές λιγότερες. Και τώρα είχε αδειάσει και το πέμπτο στις ρίζες της τελευταίας.

Μπήκε στο σπίτι ικανοποιημένος από το θόρυβο των γεννητριών και το αδειανό μπιτόνι της αποθήκης. Όταν είχαν έρθει για πρώτη φορά σπίτι του από το υπουργείο περιβάλλοντος, ανάπτυξης και κάτι άλλο που δεν θυμόταν, του είχαν αραδιάσει δεκάδες επιχειρήματα. Πράσινη ανάπτυξη, οικολογικό μοντέλο, ανανεώσιμες πηγές, φαινόμενο του θερμοκηπίου και ένα σωρό άλλες μαλακίες από τις οποίες δεν είχε καταλάβει τίποτα. Μόλις όμως τους είπαν 0,035 ευρώ για κάθε κιλοβάτ, μπήκε αμέσως στο νόημα.

Ανέβηκε τη σκάλα και κατευθύνθηκε προς τη κρεβατοκάμαρα. Ο γιος του είχε την πόρτα ανοιχτή. Βρισκόταν μέσα στο θάλαμο προσομοίωσης και μάλλον έπαιζε κάποιο διαστημικό παιχνίδι, αφού ο θάλαμος στριφογύριζε σαν σβούρα. Η κόρη του αντίθετα βρισκόταν απόλυτα ακίνητη μέσα στο σολάριουμ καθώς το καλοκαίρι πλησίαζε. Μπήκε στην κρεβατοκάμαρα και είδε τον έναν τοίχο LED να παίζει τη σαχλή σαπουνόπερα που τόσο άρεσε στη γυναίκα του. Τουλάχιστον δεν είχε πιάσει τον τοίχο με την τρισδιάστατη. Τον ενεργοποίησε πριν προλάβει να το θυμηθεί η γυναίκα του και επέλεξε αμέσως το ντέρμπι. Η τρισδιάστατη έτρωγε ένα σκασμό σε κιλοβάτ αλλά άξιζε τον κόπο.

Ξάπλωσε στον καναπέ και χαλάρωσε για να απολαύσει το θέαμα. Όταν είχε υπογράψει τη σύμβαση , οι υπάλληλοι του υπουργείου τον διαβεβαίωσαν ότι θα απολάμβανε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Τότε, ο Αριστείδης δεν έδωσε σημασία αφού ήταν απασχολημένος να πολλαπλασιάζει τα κιλοβάτ με την ώρα και με τον αριθμό των φωτοβολταϊκών. Τώρα, όμως, που έβλεπε τους ποδοσφαιριστές να κλωτσάνε την μπάλα δίπλα του, κατάλαβε ότι είχαν δίκιο. Η πράσινη ανάπτυξη, εκτός από καζίνο στο Ελληνικό, έφερε μαζί της και την ποιότητα ζωής που του είχαν υποσχεθεί.

ΤΕΛΟΣ

Sunday, September 19, 2010

Δραστηριότητες

Παιδιά. Τι όμορφη λέξη. Και είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούμε για αυτά. Το καλύτερο σχολείο, τα καλύτερα παιχνίδια, τα καλύτερα ρούχα και πάει λέγοντας. Μήπως υπάρχει κάποια παγίδα εδώ; Ήμαστε εντελώς σίγουροι για το τι είναι το καλύτερο; Ας το σκεφτούμε μια φορά ακόμη πριν διαλέξουμε τις επόμενες παιδικές…..


Δραστηριότητες


Τρεις γραμμές με έντονα κόκκινα γράμματα κρυμμένες στην κάτω δεξιά γωνία της εφημερίδας. Ήταν, όμως, στην πρώτη σελίδα κι αυτό κάτι σήμαινε. Μπορεί να μην ήταν πηχιαίος τίτλος ή το θέμα της ημέρας, αλλά απ’ ότι φαίνεται κάποιοι κατάλαβαν τη σημασία του και φρόντισαν να το προβάλλουν. Η Ασημίνα πήρε ένα μικρό ψαλίδι και έκοψε το κομματάκι με την είδηση. Ήταν η μεγάλη επιτυχία της και η μεγάλη αποτυχία μιας ολόκληρης κοινωνίας. Θα το τοποθετούσε στον ειδικό φάκελο, μαζί με όλα τα υπόλοιπα δημοσιεύματα που συνόδευαν την προσπάθεια της από τότε που ξεκίνησε την αλλαγή ονομασίας. Είχαν ξεκινήσει από τις μέσα σελίδες, συνήθως μαζί με τα υπόλοιπα νέα για την εκπαίδευση, μικρά δίστηλα ή και τηλεγραφικές αναφορές και σιγά-σιγά είχαν προχωρήσει προς τα έξω καθώς το κείμενο μεγάλωνε μαζί με τη γραμματοσειρά, για να φτάσουν στην ιστορική, σημερινή πρώτη σελίδα
Η Παναγιώτα εμφανίστηκε μέσα στην κουζίνα κρατώντας στα χέρια της δύο μικρά πράσινα τουβλάκια που δεν μπορούσε με τίποτα να βάλει στο κάστρο που έφτιαχνε. Η Ασημίνα την πήρε από το χέρι και την πήγε μέχρι το δωμάτιό της. Έβαλε προσεκτικά το πρώτο τουβλάκι στην κορυφή της κατασκευής, αρκετά αργά ώστε η Παναγιώτα να παρακολουθήσει καλά την κίνηση της, και ύστερα περίμενε υπομονετικά μέχρι η κόρη της να βάλει το δεύτερο τουβλάκι στη θέση του. Έμεινε για λίγο ακόμα στο δωμάτιο και μόλις διαπίστωσε ότι ήταν αχρείαστη επέστρεψε στην κουζίνα, απ’ όπου μπορούσε να επιβλέπει τον Αλέξη που βρισκόταν στο μπαλκόνι και κλωτσούσε με δύναμη μια μπάλα ποδοσφαίρου πάνω στον τοίχο. Έριξε άλλη μια ματιά στον τίτλο που είχε κόψει.

Το τέλος
της παιδικής
ηλικίας

Ως συνήθως οι δημοσιογράφοι πόνταραν στο συναίσθημα και τον εντυπωσιασμό. Έτσι κι αλλιώς το τέλος είχε έρθει εδώ και καιρό. Η Ασημίνα με τους υπόλοιπους γονείς απλώς το επικύρωσαν. Προσπάθησε να σκεφτεί τον εαυτό της να μιλάει με τις καινούριες λέξεις. «Τα δραστήρια κοιμούνται». «Δεν μπορώ να σου μιλήσω γιατί έχω το δραστήριο δίπλα». «Δραστήρια, ελάτε να χαιρετήσετε τον θείο». «Πότε ξεκινά το δραστηριαγωγείο;». «Που είναι ο Αλέξης; Δραστηριοποιείται».
Της ήταν αδύνατο να το συνηθίσει. Ένοιωθε αλλόκοτα, σαν να έτρωγε χαρτί και να έπρεπε να το χωνέψει. Κι όμως, η ίδια ήταν υπεύθυνη για την αλλαγή. Ξεφύλλισε την εφημερίδα για να διαβάσει το ρεπορτάζ. Ήταν περίεργη να δει πόσο είχαν διαστρεβλώσει την πραγματικότητα.
«Μετά από χρόνια δικαστικών αγώνων η «Ένωση για τα δικαιώματα των παιδιών» πέτυχε μια απρόσμενη νίκη. Με βασικό επιχείρημα ότι η λέξη παιδί προέρχεται από το ρήμα παίζω κατάφερε να την αντικαταστήσει με το νεολογισμό δραστήριο. Παρουσιάζοντας στατιστικές, δημοσκοπήσεις και πανεπιστημιακές έρευνες έπεισε το δικαστήριο για την αλήθεια των ισχυρισμών της. Όπως ισχυρίστηκε η Ένωση, κάποτε οι πιο σκληρά εργαζόμενοι νέοι ήταν οι μαθητές του Λυκείου, στη συνέχεια του γυμνάσιου, του δημοτικού και σήμερα φτάσαμε πια στα νήπια. Τα βίντεο που προβλήθηκαν με τους μαθητές του νηπιαγωγείου να συμπληρώνουν δεκάδες φωτοτυπημένες σελίδες και στη συνέχεια να παρακολουθούν εντατικά μαθήματα αγγλικών, γαλλικών, κιθάρας και ταε-κβο-ντο προκάλεσαν ιδιαίτερη αίσθηση στους δικαστές που έβγαλαν μια αναπάντεχη απόφαση».
Δεν τα έλεγαν άσχημα. Λίγο-πολύ έτσι είχαν τα πράγματα. Κάποτε τα παιδιά έπαιζαν. Τώρα, τα δραστήρια κάνουν δραστηριότητες. Φυσικά, οι γονείς δεν θα δέχονταν τόσο εύκολα την μετονομασία. Είχαν αντιδράσει, έκαναν ενστάσεις, την είχαν μηνύσει μερικές εκατοντάδες φορές. Ακόμα και τώρα, είχαν προσφύγει στον Άρειο Πάγο. Τι ελπίδες είχαν, όμως; Τα παιδιά τους είχαν κατά μέσο όρο δέκα ώρες δραστηριότητες κάθε μέρα και μερικά λεπτά παιχνιδιού. Γιατί οι δικαστές να αρνηθούν την αλλαγή της λέξης; Στο κάτω-κάτω, αν ήθελαν να έχουν παιδιά, ας τα έβαζαν να παίζουν. Η Ασημίνα πήρε μια βαθιά ανάσα και φώναξε με όλη της τη δύναμη.
«Δραστήρια, είναι ώρα για φαγητό».
Περίμενε λίγη ώρα, αλλά δεν φάνηκε κανείς και δεν ήξερε αν έπρεπε να χαρεί ή να λυπηθεί.

ΤΕΛΟΣ