Tuesday, November 2, 2010

Το τέλος

Ένας ολόκληρος χρόνος. Θα μπορούσε να είναι γενέθλια, αλλά δυστυχώς είναι απλά το τελευταίο διήγημα. Μπορώ να πω ότι άξιζε τον κόπο. Ευχαριστώ όσους με συνόδεψαν. Όπως σε όλα τα ταξίδια μόνο όποιος το έκανε ξέρει τι έχασε και τι κέρδισε. Νομίζω ότι τελικά κέρδισα το στοίχημα από τον εαυτό μου. Έστω κι αν «έκλεψα» λίγο με τις διακοπές του καλοκαιριού, έστω κι αν έφτασα εξαντλημένος στον Οκτώβριο, έστω κι αν πολύ θα ήθελα να συνεχίσω, πρέπει με βαριά καρδιά να παραδεχτώ ότι έφτασε ….



Το τέλος


Μόλυνση! Δεν ήθελε να το πιστέψει, αλλά πώς μπορούσε να αρνηθεί αυτό που έβλεπε μπροστά του. Τελικά, είχε δίκιο ο πατέρας του. Το είχε καταλάβει πριν καν δει τα αποτελέσματα από το πρώτο τεστ, μια μικρή πλάκα σε απαλό ροζ που όμως είχε γεμίσει με πράσινα στίγματα. Ο Λέρ την κοιτούσε προσεκτικά προσπαθώντας να τη συγκρίνει με τις δύο εικόνες που είχε πάνω το κουτί, μία για τη μόλυνση και μια για την καθαρή αποικία, και ο πατέρας του στεκόταν δίπλα του λέγοντας: «Μη στενοχωριέσαι, συμβαίνουν αυτά. Θα δεις και κάτι ενδιαφέρον». Ο Λερ είχε εκνευριστεί πολύ τότε, γιατί ήξερε ότι δύσκολα θα έπαιρνε το άριστα στην εργασία με αυτή τη μακέτα. Ψέκασε δυο τρεις φορές, κυρίως στο σημείο που είχε εμφανιστεί η μόλυνση, αναθάρρησε σε μια στιγμή που είδε σημάδια υποχώρησης, αλλά τώρα πια ήταν ολοφάνερο ότι δεν είχε πετύχει τίποτα. Αυτά τα μικρά πλασματάκια, που πριν λίγο καιρό μόλις που διακρίνονταν, ήταν πια ορατά χωρίς κανένα βοηθητικό όργανο και ετοιμάζονταν να καταβροχθίσουν την υπόλοιπη εργασία του. Έπρεπε να είχε δώσει ένα τέλος νωρίτερα. «Φτιάξτε ένα καινούριο κομμάτι πραγματικότητας», ήταν ο βαρύγδουπος τίτλος του διαγωνισμού, αλλά ο Λερ ήταν πια πολύ απογοητευμένος και έπιασε τη μακέτα έτοιμος να τη συνθλίψει.
«Ε, τι κάνεις εκεί», άκουσε τη φωνή του πατέρα του και άφησε με τρόπο τη μακέτα να συνεχίζει να αιωρείται μέσα στο μαύρο κλωβό χαμηλής ακτινοβολίας.
«Δεν γίνεται τίποτα. Η μόλυνση δεν φεύγει», είπε απογοητευμένος.
«Άσ’ τη λίγο ακόμα, ποτέ δεν ξέρεις»
«Μα έχει πιάσει τον καλύτερο πλανήτη μου».
«Τι περίμενες; Να ξεφυτρώσει μέσα σε ξερό βράχο;»
«Τον καταστρέφει. Αν τον έβλεπες πόσο πρασινογάλαζος ήταν στην αρχή με υπέροχα άσπρα σύννεφα. Τώρα κατάντησε μια γκρίζα κουκκίδα και ο αέρας της έχει γίνει σχεδόν μαύρος»
Ο πατέρα του ανέμισε μερικές εικόνες στο μυαλό του και ο Λερ ένοιωσε καλύτερα.
«Αυτό είναι το νόημα του διαγωνισμού. Ποτέ δεν ξέρεις πώς θα είναι η καινούρια πραγματικότητα. Ίσως σε λίγο να δεις κάτι που σου αρέσει. Μερικές φορές το αναπάντεχο είναι καλύτερο από το προγραμματισμένο. Λοιπόν, τι λες; Θα τους δώσεις μια ευκαιρία ή έφτασε το τέλος;»
Ο Λερ κοίταξε σκεπτικός το μικρό του σύμπαν. Έδειχνε τόσο εύθραυστο. Δισεκατομμύρια πλασματάκια που μόλυναν τη μακέτα του. Έπρεπε να τα είχε καθαρίσει από την αρχή. Άπλωσε τα άκρα του, αλλά σταμάτησε λίγο πριν τον μολυσμένο πλανήτη. Μερικές φορές το αναπάντεχο είναι καλύτερο από το προγραμματισμένο Το σκέφτηκε λίγο ακόμα….
***


Ο Νέλεφ ρύθμισε τον συμπυκνωτή μποζονίων και κοίταξε γεμάτος δέος τη μαύρη έκταση που σκέπαζε ολόκληρο τον ορίζοντα. Ήταν ο πρώτος, αλλά ακολουθούσε ολόκληρος ο πολιτισμός του μέσα σε εκατομμύρια διαστημόπλοια που ταξίδευαν με υποφωτεινές ταχύτητες, εξαντλώντας τα τελευταία υπολείμματα χρήσιμης ενέργειας που περιείχε το σύμπαν τους. Μια τρελή κούρσα ενάντια στον εντροπικό θάνατο που τους είχε φέρει εκεί, στην άκρη του σύμπαντος ή, όπως έλεγαν οι περισσότεροι, στο τέλος του.
Όταν το είχαν ανακαλύψει είχαν μείνει όλοι άναυδοι. Πολλοί υποστήριζαν ότι το σύμπαν δεν τελειώνει ποτέ, άλλοι ότι το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι ατελείωτες βόλτες σαν να είσαι πάνω σε μια κυκλική διαδρομή επιστρέφοντας συνεχώς στη θέση που ξεκίνησες, όμως όλοι σταμάτησαν να μιλούν τη μέρα που το πρώτο διαστημόπλοιο που έψαχνε απεγνωσμένα για χρήσιμη ενέργεια έφτασε στην ζώνη τερματισμού, όπως ονομάστηκε, και διαπίστωσε ότι είναι αδύνατον να προχωρήσει πιο πέρα.
Ευτυχώς κάποιοι φυσικοί έσπασαν το κεφάλι τους, και έφτιαξαν αυτή την μικρή συσκευή που έκοβε και έραβε την ύλη σε υποατομικό επίπεδο. Μόλις πήραν στα χέρια τους το υποατομικό μαχαίρι, το πήγαν ως το τέλος του σύμπαντος και «έκοψαν» την κατάμαυρη συμπύκνωση ύλης, που σαν μαύρη κουβέρτα τους εμπόδιζε να προχωρήσουν. Το θέαμα που αποκαλύφτηκε ήταν εκπληκτικό, αφού πίσω από το μαύρο μανδύα έβραζε το «κενό» γεννώντας και σκοτώνοντας σωματίδια σε μια σούπα που δεν μπορούσε να φιλοξενήσει κανενός είδους ζωή. Μια «εν δυνάμει» πραγματικότητα που ήταν συνεχώς στα όρια της ανυπαρξίας. Κάπου εκεί μπήκε στο παιχνίδι ο Νέλεφ.
Το μικρό ηχητικό σήμα τον ειδοποίησε ότι είχε φτάσει στο πιο λεπτό σημείο της παραδοξότητας, εκεί που η μαύρη κουβέρτα που τους σκέπαζε ήταν λεπτότερη και θα άνοιγε ευκολότερα. Συντόνισε την κίνηση του αεροσκάφους με αυτήν της σκοτεινής ύλης και στη συνέχεια άρχισε να ανοίγει την τομή με τον συμπυκνωτή του. Ήταν λεπτή δουλειά. Δεν έπρεπε κάνει πολλή μεγάλη την τομή γιατί κινδύνευε να διαρρεύσει το κοχλάζον κενό μέσα στο δικό τους σύμπαν, αλλά ούτε πολύ μικρή γιατί έπρεπε να περνάει η κάψουλα εκκίνηση από μέσα της. Μόλις διαπίστωσε ότι είχε πετύχει το σωστό μέγεθος, άπλωσε το χέρι του στο κιβώτιο με τις κάψουλες και τις κοίταξε προσεκτικά.
Ήταν πολύ περήφανος για τη αποστολή του. Το σχέδιο ήταν να εκκινήσουν ένα καινούριο σύμπαν μέσα στο υλικό που αποκάλυπτε το κόψιμο. Ένα σύμπαν στο οποίο θα μπορούσαν να μεταπηδήσουν μόλις νεκρωνόταν το δικό τους. Ένα τέλος και μια αρχή. Όλοι συμφωνούσαν ότι ένα κομμάτι ύλης θα έκανε τη δουλειά μια χαρά, όλοι, όμως, είχαν και μια διαφορετική άποψη για το σωστό κομμάτι ύλης. Έτσι, έμελλε στον Νέλεφ να αποφασίσει. Κάθε κάψουλα περιείχε και έναν δυνητικό σπόρο γέννησης. Οι πιο πολλοί είχαν προτείνει μικρές πυρηνικές βόμβες, αλλά επειδή κανείς δεν ήξερε πραγματικά τι θα οδηγήσει το αναβράζον κενό που έβλεπαν να μετατραπεί σε κατοικήσιμο σύμπαν, τελικά είχαν καταλήξει σε μια συμβιβαστική λύση. Μερικές φορές το ένστικτο είναι καλύτερος οδηγός και από την πιο δυνατή λογική. Έτσι, εφοδίασαν τον Νέλεφ με μια ποικιλία από κάψουλες που περιείχαν κυρίως σπόρους από φυτά και σπάνια πετρώματα ελπίζοντας κατά κάποιο τρόπο να «βλαστήσουν».
«Δες τη σούπα και αποφάσισε μόνος σου τι θα ήταν καλύτερο», του είχαν πει, ρίχνοντας ουσιαστικά πάνω του την ευθύνη για τη συνέχιση της ζωής ενός ολόκληρου σύμπαντος. «Φτιάξε μια καινούρια πραγματικότητα για εμάς». Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσε πριν ξεκινήσει το ταξίδι μέσα στο υποδιάστημα. Ο Νέλεφ το είχε σκεφτεί πολύ καιρό και τώρα πια είχε φτάσει η κρίσιμη στιγμή. Έπιασε την μικρή πυρηνική βόμβα, τη λύση που θα έδινε κάθε λογικός άνθρωπος. Την κράτησε γερά και σκέφτηκε τι πιθανότητες είχε να κάνει λάθος. Το πιο ισχυρό και απάνθρωπο όπλο που είχε κατασκευασει το είδος του. Τι ελπίδες είχε ένα σύμπαν που ξεκινούσε με αυτόν τον τρόπο; Μερικές φορές το ένστικτο είναι καλύτερος οδηγός και από την πιο δυνατή λογική. Με το αριστερό του χέρι, έπιασε την κάψουλα που περιείχε την πιο γλυκιά μελωδία που είχε ακούσει ποτέ. Ο εισηγητής της ισχυριζόταν ότι αρκούσε ένα απαλός ήχος για να ξεκινήσει τη δημιουργία ενός καινούριου κόσμου. Μερικές φορές το ένστικτο είναι καλύτερος οδηγός και από την πιο δυνατή λογική. Ο Νέλεφ έσφιξε τις κάψουλες όσο πιο δυνατά μπορούσε καθώς κοίταζε την ύλη να γεννιέται και να καταστρέφεται συνεχώς μπροστά του. Μια πυρηνική έκρηξη ή μια απαλή μελωδία; Τι θα διάλεγε; Το σκέφτηκε λίγο ακόμα….
***

Ο Κώστας κοίταξε τα διηγήματα που σχημάτιζαν μια μικρή δικτυακή διαδρομή ενός χρόνου. Γράμματα το ένα δίπλα στο άλλο, λέξεις η μία δίπλα στην άλλη, παράγραφοι μία κάτω από την άλλη. Κι όμως, στο τέλος, αυτό που έμενε, ήταν ένα μικρό καινούριο κομμάτι πραγματικότητας. Ένα κομμάτι που δεν υπήρχε πριν στο εικονικό σύμπαν του διαδικτύου, ένας καινούριος τόπος που μπορούσε κάποιος να αγνοήσει ή να εξερευνήσει το ίδιο εύκολα. Με αυτήν την σκέψη, αισθάνθηκε πολύ όμορφα, σαν να φύσηξε κάποιος μέσα του ένα θερμό αεράκι που έφτασε μέχρι το βάθος της καρδιάς του. Το μόνο που χρειαζόταν πια ήταν να γράψει την τελευταία λέξη και όλα θα τελείωναν. Την είχε γράψει δεκάδες φορές μέχρι εκείνη τη στιγμή, την είχε ήδη γράψει και στην αρχή της ιστορίας. Το σκέφτηκε λίγο ακόμα. Μερικές φορές ένα διήγημα είναι πιο δυνατό από τον συγγραφέα και επιλέγει μόνο του το δικό του τέλος. Και μερικές φορές οι λέξεις είναι πιο δυνατές όταν δεν γραφούν. Ο Κώστας έβαλε κεφαλαία και πλησίασε το χέρι του στο πλήκτρο με το «τ». Το σκέφτηκε λίγο ακόμα…