Saturday, September 4, 2010

Πωλείται το παρελθόν

Τελείωσε και το καλοκαίρι. Κάπου είχα διαβάσει ότι κανείς δεν χρειάζεται περισσότερη ξεκούραση από αυτόν που επιστρέφει από διακοπές. Δεν μου φαίνεται να απέχει πολύ από την αλήθεια. Το καλό με τις διακοπές είναι ότι έχεις ελεύθερο χρόνο για να ξοδέψεις όπως επιθυμείς. Έτσι, μπορείς πάντα να σκεφτείς τι είναι αυτό που σου αρέσει πραγματικά να κάνεις και αν θα ενέδιδες ποτέ σε μια πρόσκληση όπου……..

ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ


Ο Μανώλης φρέναρε απότομα καθώς προσπέρασε την ξύλινη πινακίδα με τα κόκκινα γράμματα. Σταμάτησε διακόσια μέτρα πιο κάτω σε ένα άνοιγμα του δρόμου γεμάτο χαλίκια και σκουπίδια. Ίσως ήταν κάποιο διαφημιστικό τρικ, ίσως αυτός να μην είδε καλά την τελευταία λέξη, αλλά του ήταν αδύνατον να προχωρήσει παρακάτω χωρίς να σιγουρευτεί γι’ αυτό. Βρήκε από το αυτοκίνητο και άρχισε να προχωράει προς τα πίσω στην άκρη του ασφαλτοστρωμένου δρόμου που δεν μπορούσε να κρύψει την ελλιπή συντήρηση, έτσι όπως ήταν γεμάτος λακκούβες και μικρά σαμαράκια. Τώρα έβλεπε με τα μάτια του όλα όσα ταλαιπωρούσαν πριν λίγο το αμάξι του και τη μέση του καθώς το αυτοκίνητο αναπηδούσε κάθε τρεις και λίγο.

Πολύ σύντομα έφτασε έξω από το κτίριο που έδειχνε εντελώς συνηθισμένο, αν εξαιρούσες αυτή την μικρή επιγραφή. ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. Την προηγούμενη βραδιά, την τελευταία του καλοκαιριού, είχαν μαζευτεί στο σπίτι ενός φίλου και αναπολούσαν τα παλιά ανάμεσα σε μισοκαμμένες μπριζόλες και κρύες μπίρες. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που ο Μανώλης αποφάσισε να μπει στο κτίριο, αν και δεν μπορούσε να πιστέψει ότι κάποιος είχε τη δυνατότητα να εμπορεύεται ένα τόσο σπουδαίο αγαθό.

Η είσοδος του κτιρίου ήταν πολύ φωτεινή και εντυπωσιακά διακοσμημένη με άσπρο μάρμαρο. Τον υποδέχτηκε μία ευγενική γραμματέας, του έδωσε να συμπληρώσει ένα ερωτηματολόγιο και ύστερα του ζήτησε να περιμένει για πέντε λεπτά μέχρι να δει τον υπεύθυνο πωλήσεων. Ο Μανώλης παρατήρησε πιο προσεκτικά το χώρο που έμοιαζε τεράστιος. Είχαν ενώσει δύο ή τρία πατώματα και στην οροφή είχαν κατασκευάσει ένα γυάλινο αίθριο που έφερνε άπλετο φώς. Παντού υπήρχαν παράθυρα, λες και όλο το δωμάτιο είχε χτιστεί από την αρχή με αυτόν το σκοπό, ενώ τα περισσότερα ήταν ανοιγμένα φέρνοντας ένα ευπρόσδεκτο δροσερό αεράκι.
Η γραμματέας τού έκανε νόημα και του υπέδειξε το διάδρομο που έπρεπε να ακολουθήσει για να φτάσει στον αρμόδιο υπάλληλο. Ο Μανώλης προχώρησε πάνω στην γαλάζια γραμμή.
Δυστυχώς το κτίριο δεν διατηρούσε τη μεγαλοπρέπεια της εισόδου του. Το ταβάνι άρχισε να χαμηλώνει, τα παράθυρα να μειώνονται και ο φωτισμός να γίνεται όλο και ασθενέστερος. Στην αρχή δεν ήταν εμφανές, αλλά μετά από λίγο ο Μανώλης ένοιωσε σα να προχωράει μέσα σε ένα σκοτεινό τούνελ και αισθάνθηκε ότι πνιγόταν καθώς ο αερισμός ήταν ανεπαρκής. Λίγο πριν σταματήσει και γυρίσει πίσω, είδε την μαύρη πόρτα με την επιγραφή «υπεύθυνος πωλήσεων», την κοίταξε για λίγο διστακτικά και ύστερα την άνοιξε. Αντίκρισε ένα μικρό δωμάτιο που με το ζόρι χωρούσε τον υπάλληλο, ένα μικρό γραφείο, μια βιβλιοθήκη και τον Μανώλη. Παράθυρα δεν υπήρχαν ενώ όλο το χώρο προσπαθούσε να φωτίσει χωρίς επιτυχία ένας παμπάλαιος λαμπτήρας πυρακτώσεως. Απ’ ότι φαίνεται η εταιρία είχε ρίξει όλα τα λεφτά στο χώρο υποδοχής.

«Καθίστε», του είπε ευγενικά ο υπάλληλος.
Ο Μανώλης κάθισε στην μικροσκοπική καρέκλα που ήταν τόσο άβολη όσο έδειχνε.
«Μελεζάς», συστήθηκε ο υπάλληλος προτείνοντας το χέρι του.
«Αναγνώστου», απάντησε ο Μανώλης κάνοντας μια ψυχρή χειραψία. Είχε αρχίσει να το μετανιώνει που βρέθηκε εκεί μέσα.
«Σας ακούω», είπε ο Μελεζάς.
«Ε…Είδα την ταμπέλα…» είπε ο Μανώλης που δυσκολευόταν να παραδεχτεί ότι σκόπευε στα σοβαρά να συζητήσει την αγοραπωλησία του παρελθόντος του.
«Και θυμηθήκατε τα παλιά», συμπλήρωσε ο Μελεζάς.
«Ακριβώς. Τι εννοείτε όταν λέτε ότι πουλάτε το παρελθόν;»
«Ότι ακριβώς γράφουμε. Μπορούμε να σας μεταφέρουμε σε οποιαδήποτε στιγμή του παρελθόντος επιθυμείτε».
Ο Μανώλης κοίταξε καχύποπτα τον Μελεζά, αλλά αυτός έδειχνε απόλυτα ψύχραιμος. Λες και πουλούσε ηλεκτρικές οδοντόβουρτσες.
«Σε οποιαδήποτε στιγμή;»
«Φυσικά. Για παράδειγμα μπορούμε άμεσα να σας επαναφέρουμε στην βρεφική σας ηλικία. Με τις πάνες σας, με τις κρέμες σας, έτοιμο να βγάλετε δοντάκια».
Ο Μανώλης άθελα του έκανε μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας καθώς θυμήθηκε τον ανιψιό του που μόλις πρόσφατα είχε καταφέρει να σταθεί όρθιος και έπεφτε συνέχεια.
«Όχι δεν ενδιαφέρομαι για κάτι τέτοιο».
«Τότε, ίσως στην παιδική σας ηλικία. Στο σχολείο, με τα μαθήματα, το δάσκαλο, τα άλλα παιδάκια, τα χτυπημένα γόνατα».
«Όχι, όχι», είπε ο Μανώλης που δεν θα άντεχε να πάει ούτε μια μέρα παραπάνω στο σχολείο ακόμα και αν του έταζαν τον ουρανό με τ’ άστρα.
«Τι θα λέγατε για την εφηβεία. Σπυράκια, έρωτες, απογοητεύσεις, τι ώρα θα γυρίσετε, που θα πάτε, πανελλαδικές…», είπε ο Μελεζάς κλείνοντας το μάτι στην τελευταία λέξη.
Ο Μανώλης ύψωσε ελαφρά τα χέρια του με σηκωμένες τις παλάμες σε μια κρίση τρόμου μόλις θυμήθηκε τα φριχτά τρίωρα των εξετάσεων.
«Το βρήκα», είπε ο Μελεζάς. «Πανεπιστήμιο, καθηγητές, μαθήματα, μεθύσια, πτυχίο, στρατός, ψάξιμο για δουλειά με πεντακόσια ευρώ, προσκύνημα σε βουλευτές και στα κάθε λογής μέσα. Ε, τι λέτε γι’ αυτό;»
Ο Μανώλης κοίταξε εξεταστικά τον Μελεζά. Είχε καταλάβει που το πήγαινε. Και ο Μανώλης πωλητής ήταν. Έδινε κρουαζιέρες σε γιατρούς και κέρδιζε ιατρικές συνταγές. Ίσως γι’ αυτό να είχε μπει εκεί μέσα. Όχι για ν’ αγοράσει παρελθόν, αλλά για να αλλάξει το παρόν.
«Εντάξει κατάλαβα», είπε ο Μανώλης. «Πείτε μου, όμως, κάτι. Μπορείτε στ’ αλήθεια να κάνετε αυτά που υπόσχεστε».
«Φυσικά. Τι θα λέγατε να σας πάμε στα τριάντα. Όλη μέρα δουλειά και το βράδυ τηλεόραση. Απλήρωτες υπερωρίες, οικονομική κρίση, καθημερινές απολύσεις».
Ο Μανώλης άπλωσε το χέρι του για να διακόψει τον Μελεζά.
«Σύμφωνοι. Δεν θέλω να αγοράσω τίποτε από το παρελθόν. Είμαι όμως περίεργος να μάθω αν έχετε πουλήσει ποτέ κάτι;».
«Αν και είναι επαγγελματικό μυστικό, πρέπει να ομολογήσω ότι οι περισσότεροι πελάτες μας προτιμούν το παρόν που έχουν».
«Και πώς επιβιώνετε;»
«Υπογράψατε ένα έντυπο, όπου η αμοιβή μας είναι ανάλογη με την ικανοποίησή σας από τις υπηρεσίες μας. Όταν βγείτε, μπορείτε να αφήσετε στην γραμματέα όποιο ποσό θέλετε».
Ο Μανώλης σηκώθηκε από την καρέκλα σκεπτικός. Άνοιξε την πόρτα και έκανε να βγει.
«Πριν φύγετε, μια μικρή δωρεάν συμβουλή», είπε ο Μελεζάς.

Ο Μανώλης διέσχισε αντίστροφα την διαδρομή που τον είχε φέρει στο «παρελθόν» και ξαφνικά συνειδητοποίησε πόσο έξυπνο ήταν το στήσιμο του κτιρίου. Έφευγες από το μικρό σκοτεινό γραφείο, μια συμβολική μήτρα, και διασχίζοντας το στενό διάδρομο προχωρούσες προς το φωτεινό παρόν, γεμάτο παράθυρα και προοπτικές. Ακριβώς έξω από την πόρτα σε περίμενε η πραγματικότητα. Πέρασε από τη γραμματεία και άφησε περισσότερα λεφτά απ’ όσα υπολόγιζε όταν είχε μπει. Επέστρεψε στο αυτοκίνητο, μπήκε ξανά στον αυτοκινητόδρομο και μετά από ένα χιλιόμετρο είδε την ταμπέλα για την οποία τον είχε προειδοποιήσει ο Μελεζάς.

ΠΩΛΕΙΤΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Ο Μανώλης την προσπέρασε χωρίς να σταματήσει. Όπως του είπε και ο Μελεζάς, γιατί να αγοράσεις κάτι που μπορείς να φτιάξεις μόνος σου.

ΤΕΛΟΣ

No comments:

Post a Comment