Saturday, December 19, 2009

Το δηλητήριο


Το σημερινό διήγημα έχει μια ενδιαφέρουσα πορεία. Γράφτηκε μέσα σε μία ώρα για ένα διαγωνισμό flash-fiction του sff.gr, και στη συνέχεια δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «9» που υπάρχει σαν ένθετο στη σαββατιάτικη «Ελευθεροτυπία». Πρόκειται για μια κλασσική δυστοπία της ΕΦ. Αν η τεχνολογία ξεφύγει από τα χέρια μας, μπορεί να βρεθούμε προ εκπλήξεων, όπως ο ήρωας αυτής της ιστορίας που αναζητεί τη σωτηρία του. Αλλά τι είδους σωτηρία μπορεί να σου προσφέρει……

Το Δηλητήριο


Ο Γκεόργκι άνοιξε τα μάτια του, κοίταξε τη σκουριασμένη σκεπή και έβγαλε μια κραυγή απόγνωσης. Για πρώτη φορά, μετά από πολύ καιρό, είχε κοιμηθεί τόσο ήσυχος. Ούτε πόνοι στο στομάχι, ούτε εμετοί, ούτε κράμπες. Και αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Το επώδυνο βουητό στα αυτιά του είχε εξαφανιστεί, η όρασή του δεν ήταν πια θολή και η δροσιά του πρωινού μούσκευε το δέρμα του χωρίς το γνώριμο τσούξιμο. Το σώμα του ξυπνούσε, μετά από μια μακρά περίοδο ταλαιπωρίας, και ρουφούσε οτιδήποτε μπορούσε να του προσφέρει ικανοποίηση. Κάτι είχε πάει πολύ στραβά. Δεν ήξερε πόσος χρόνος του έμενε, αλλά κρίνοντας από το ημίφως της χαραυγής μάλλον δεν είχε πάνω από μια ώρα. Πώς την έπαθε έτσι, σαν αρχάριος; Ήταν σίγουρος ότι είχε πάρει το δηλητήριό του το προηγούμενο βράδυ αλλά τώρα είχε αρχίσει να πιστεύει ότι τον πήρε ο ύπνος και απλώς το ονειρεύτηκε.
Πετάχτηκε από το κρεβάτι με μια ασυνήθιστη σβελτάδα και ένοιωσε τους, μουδιασμένους για χρόνια μυς του, να ενεργοποιούνται με πρωτοφανή ταχύτητα. Ολόκληρος ο κόσμος είχε αλλάξει όψη, λες και κάποιος αφαίρεσε ένα παραμορφωτικό φίλτρο αποκαλύπτοντας πτυχές του, που ήταν εντελώς διαστρεβλωμένες. Προχώρησε ανάμεσα στα μουχλιασμένα, ξύλινα έπιπλα και έφτασε στο μισοσαπισμένο ράφι, που είχε ακουμπήσει το σακίδιό του. Άρπαξε τον ξεφτισμένο, πλαστικό σάκο και τον άδειασε γρήγορα πάνω στο πάτωμα. Η αλουμινιένια κασετίνα με τα φιαλίδια γυάλιζε επιδεικτικά, λες και τον κορόιδευε για την αμέλειά του. Την έπιασε και την άνοιξε. Ήταν άδεια. Την κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα, χωρίς να κάνει τίποτα, ελπίζοντας πως θα ξυπνήσει από τον εφιάλτη του. Καθώς ο άνεμος δυνάμωνε μαζί με το τρίξιμο της ξεχαρβαλωμένης πόρτας του κοντέινερ, ο Γκεόργκι καταράστηκε με όσους τρόπους μπορούσε τον Χέρμαν. Ο πιστός του σύντροφος τον είχε εγκαταλείψει, μαζί με το πολύτιμο δηλητήριο. Τον είχε παρατήσει στη μέση του πουθενά, να περιμένει το φριχτό του τέλος. Ο Γκεόργκι ήξερε ότι στους πολέμους δεν υπήρχαν φίλοι και εχθροί. Είχε πιστέψει όμως ότι μπορούσε να βασιστεί στον Χέρμαν. Από τότε που είχαν μπει στο παιχνίδι τα πολεμικά αυτόματα, αν δεν είχες κάποιον να προχωρήσεις μαζί του, ήσουν από χέρι χαμένος. Να, όμως, που δεν τον είχε προδώσει ένα αυτόματο αλλά ο άνθρωπος με τον οποίο είχαν περάσει μαζί τρία χρόνια στο μέτωπο.
Κοίταξε τα αντικείμενα που είχαν πέσει από το σακίδιο. Λίγη στερεά τροφή, ένα μπουκαλάκι νερό, το ιατρικό κίτ, ένα μαχαίρι εκστρατείας και το λέιζερ ρουβιδίου. Το μοναδικό όπλο που έλειωνε τόσο ανθρώπινους ιστούς όσο και μεταλλικά αυτόματα. Στην εκπαίδευση ο Γκεόργκι είχε παρακολουθήσει αξιωματικούς να το χρησιμοποιούν ακόμα και για να κάνουν εγχειρίσεις, επειδή, καθώς έκοβε, αποστείρωνε τις πληγές. Δεν είχε και πολλές επιλογές. Υπήρχαν διάφορες φήμες για τις ρυθμίσεις των αυτομάτων που είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο αλλά καμία δεν ήταν από αξιόπιστη πηγή. Ένας θόρυβος από κλαδιά που σπάνε τον έκανε να τιναχτεί απότομα. Ξανακοίταξε το λέιζερ με απόγνωση. Το έπιασε στo δεξί του χέρι, ρύθμισε την ένταση, σημάδεψε το αριστερό του πόδι και πίεσε τη σκανδάλη. ‘Ένας οξύς πόνος τον διαπέρασε και μόνο χάρη στην πολύχρονη εκπαίδευση του κατάφερε να κρατήσει το χέρι του σταθερό, μέχρι η πληγή να γίνει ικανοποιητικά μεγάλη. Άκουσε τον αέρα έξω από το κοντέινερ να κόβεται από τις προπέλες ενός έλικα και βιαστικά σημάδεψε το αριστερό του χέρι. Αυτή τη φορά ήταν προετοιμασμένος αλλά ο πόνος δεν ήταν λιγότερος. Μόλις τελείωσε, πέταξε το λέιζερ όσο πιο μακριά γινόταν. Ο θόρυβος του έλικα γινόταν όλο και πιο δυνατός και ξαφνικά η πόρτα διαλύθηκε λες και κάποιος γίγαντας την ξεκόλλησε σαν παιχνιδάκι.
Στην είσοδο εμφανίστηκε ένα ιπτάμενο αυτόματο. Ο Γκεόργκι ένοιωθε τις φρέσκες πληγές του να τον καίνε σαν πυρωμένα σίδερα. Κοίταζε το αυτόματο, ελπίζοντας ότι δεν θα ασχοληθεί με έναν βαριά τραυματισμένο στρατιώτη. Όλοι ήξεραν ότι δεν αναγνώριζαν τους δηλητηριασμένους σαν απειλή. Ο ίδιος ο Γκεόργκι το είχε διαπιστώσει δεκάδες φορές, αλλά για τους τραυματισμένους, υπήρχαν μόνο θρύλοι. Το αυτόματο τον πλησίασε και έστρεψε έναν από τους πολυαισθητήρες προς το μέρος του. Μια μικρή προεξοχή μεγάλωσε και πλησίασε στα μάτια του. Ο Γκεόργκι προσευχήθηκε να ήταν σύντομο. Ο πόνος από τα τραύματά του συνέχιζε να τρυπάει το μυαλό του. Ένοιωσε την προεξοχή στο πρόσωπο του και λιποθύμησε.

Όταν συνήλθε είδε τον Χέρμαν να στέκεται από πάνω του, κρατώντας δυο επιδέσμους ανάπλασης. Έδεσε τα τραύματα του Γκεόργκι και ύστερα έβγαλε από την τσέπη του ένα φιαλίδιο με δηλητήριο. Το άνοιξε προσεκτικά, έγειρε το στόμιο πάνω από τα χείλη του Γκεόργκι και του έδωσε να πιει.
«Έλα, ηρέμησε», του είπε κρατώντας του το κεφάλι.
Ο Γκεόργκι δε μίλησε. Περίμενε υπομονετικά να δράσει το δηλητήριο. Για μια στιγμή αναπόλησε τον ήρεμο ύπνο, τις δροσοσταλίδες στο δέρμα του και το απαλό θρόισμα των φύλλων. Ύστερα, οι τοξίνες άρχισαν να τον επηρεάζουν. Ένοιωσε με ανακούφιση τα αυτιά του να βουίζουν, το στομάχι του να σφίγγεται και το δέρμα του να καίει. Μια καλύτερη μέρα ξεκινούσε.

ΤΕΛΟΣ


Την επόμενη Κυριακή θα προσγειωθούμε πάλι στην καθημερινότητα όπου ένας συνηθισμένος άνθρωπος κερδίζει αναπάντεχα ένα ολυμπιακό «μετάλιο».

2 comments:

  1. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που το διαβάζω, αλλά δεν μπορώ ν' αποφύγω τον πειρασμό να ξαναμιλήσω γι αυτό. Ήταν μια καταπληκτική ιδέα και βέβαια έπαιζε κι ένας εξαιρετικά ζόρικος χρονικός παράγοντας, πράγμα που κάνει τη σύλληψη ιδιαίτερα ενυτπωσιακή.

    ReplyDelete
  2. Αν και την πρώτη φορά που το άκουσα μου φάνηκε εξωφρενικό, τελικά διαπίστωσα ότι υπό πίεση χρόνου μου έρχονται απρόσμενα καλές ιδέες. Μάλλον ανοίγουν τα συρτάρια του υποσυνείδητου και βγαίνουν αυτά που θέλουμε να κρύψουμε.

    ReplyDelete